Αγάπησες το απέραντο γαλάζιο
Το αφρισμένο κύμα το αλμυρό
Το λιόχαρο ξημέρωμα στο Αιγαίο
Και λούστηκες μ’ αθάνατο νερό.
Μούσες σου τα κοχύλια, τ’ αρμυρίκι
Οι άνεμοι, οι θαλασσοσπηλιές,
Τα απλωμένα, του γιαλού τα φύκια
Οι κάμποι, τα τζιτζίκια, οι ελιές.
Οι στίχοι σου ευωδιάζουνε Ελλάδα
Και σπαρταρά το αίμα που κυλά
Στο σώμα του καλοκαιριού όλο φρεσκάδα
Σαν το χαϊδεύει ο ήλιος απαλά.
Του πρωινού τραγούδησες την αύρα
Της ‘Άνοιξης τα κρίνα, τις μυρτιές,
Δάκρυσες με τον ήχο της καμπάνας
Με τ’ άδικου πολέμου τις φωτιές.
Αινίγματα στων βράχων τις σχισμάδες
Αναζητούσες με τ’ αγέρα τις βοές
Έρωτα, έγραφες πα’ στην καυτή την άμμο
Για λυγερές αλαφροπάτητες σκιές.
Με της βροχής τη σιγανή ψιχάλα
Του λεύτερου τ’ ανέμου χαϊδολόι
Αγνάντευες το πελαγίσιο κύμα
Κι αφουγκραζόσουνα γοργόνας μοιρολόι.
Οράματα ανυπότακτα θεριέψαν
Στης φαντασίας σου τον λυρισμό
Οράματα που στο άπειρο οδεύσαν
Κι άγγιξαν τον υπερρεαλισμό
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου