ΤΙΓΡΕΙΣ ΣΕ ΕΝΥΔΡΕΙΟ
παγώνουν κάτω απ' το νερό
δεν μπορούν να κοιμηθούν
έχουν χρώματα στα μάτια
φυσαλίδες στο μυαλό τους κάνει
κρύο από γαλάζια φύκια
ραμμένες τα ρούχα
φτιαγμένες σε αιώρηση
αντιλόπη εάν περάσει απ' τον βυθό
θα κυματίζουν κιόλας
η αρπακτική ουρά τους
τρέχουν τα δόντια τους
όμως τα κύματα τα λόγια τους
τα χέρια γυάλινα και στρογγυλά
να, επειδή η γυάλα
δύο τίγρεις που χωρούν μέσα σε γυαλί
που ονειρεύτηκαν τον ίδιο φόβο
ότι την άνοιξη θα ανθίσουν κιόλας
ότι ένα παιδί τις έκοψε
τους έβγαλε τα μάτια
τις πήρε ένα κορίτσι αγκαλιά
ότι έπεσαν στην σκάλα
τις έπνιξαν μέσα στην λέξη γάλα
δύο άσπρες τίγρεις όπως φαίνονται
δε φαίνονται
στο άσπρο υγρό
γι αυτό είναι δυστυχείς
σαν μήνες μες στο γάλα
σαν εποχές
σαν αερόστατα
σαν δύσκολες κλωστές
σα νούφαρα αδρανείς σαν
ανεμώνες
σαν πράσινες διάφανες χελώνες
σαν αβαρείς
απ' το νερό
μες στο νερό
όταν έφυγε το νερό
ξαφνικά όταν πέταξε
σαν λιβάδι από δύο τίγρεις μόνες
δύο τίγρεις αναποφάσιστες
οι οποίες θα αναδυθούν
με μεγάλα φτερά
αργά φτερά σαν
σμήνη αρπακτικές
που μεγεθύνονται πετούν
που πλησιάζουν
απ' το βυθό με άνθη σφαιρικά
ο ύπερος και η γύρη
άνθη κυλιόμενα
να
επειδή τα χέρια τους
δύο τίγρεις και ευτυχείς
ας ταλαντωθούν
άδηλες καμπύλες
σαν τρούλοι θα υψωθούν
σαν κλίνες ελαφρές
δειλές
σαν νύμφες
σαν νύφες
σαν νέφη
γυάλινες καμπάνες εκκρεμείς
ποιας νύχτας τις λύπες ηχούν;
- τι μέλλον; -
στης δύσης τη δίνη κι ασάλευτες
τι πτήση υφαίνουν
τι φήμη
τυφλή να κρυφτούν;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου