Τετάρτη 24 Ιουλίου 2024

ΟΡΘΡΟΣ / Εμπειρίκος Ανδρέας

 


Εκτύπωση
Φρενήρης μα ευσταθής
O πώλος της ημέρας εισελαύνει
Στο στόμα της ανοίξεως και μέλπουν τα πουλιά
Με την αιθρία μέσα στη φωνή τους
Καθώς αυλοί που αντιλαλούνε σε χλωρίδα
Δρακός αγγέλων εν εκστάσει διατελούντων
Σαν ανεμώνες που προέρχονται
Από τα πέταλα της ηδονής.

ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ / Εμπειρίκος Ανδρέας

 


Σκοπός της ζωής μας δεν είναι η χαμέρπεια.
Υπάρχουν απειράκις ωραιότερα πράγματα και απ’ αυτήν
την αγαλματώδη παρουσία του περασμένου έπους.
Σκοπός της ζωής μας είναι η αγάπη.
Σκοπός της ζωής μας είναι η ατελεύτητη μάζα μας.
Σκοπός της ζωής μας είναι η λυσιτελής παραδοχή της ζωής μας
Της κάθε μας ευχής εν παντί τόπω εις πάσαν στιγμήν
εις κάθε ένθερμον αναμόχλευσιν των υπαρχόντων.
Σκοπός της ζωής μας είναι το σεσημασμένον δέρας
της υπάρξεώς μας.

ΕΛΥΤΡΟΝ / Εμπειρίκος Ανδρέας

 


Διαυγείς αλλά με πληθυντική παρρησία δεχτήκαμε
στο στήθος μας την ανταύγεια ενός θυμού.
Περιορισμός δεν υπήρχε. Tο φιλί που δώσαμε μας το
πήρε το δρολάπι και ξερριζωμένοι κραυγάσαμε
μέσα στα χόρτα της νυκτός την ώρα του περιοδικού
φρουρού μας. H κλοπή του φιλήματος μας
προσέδωσε αναπάντεχη ζηλοτυπία αλλά η αλήθεια
απεδείχθη και απεδείχθη ιδική μας. Tώρα και το
δρολάπι το ίδιο κυκλοφορεί μέσα στην αλήθεια μας
με μύρα και με καρπούς και δροσίζει την πυκνότητα
των πουλιών του στήθους μας. Tα ποθητά
λουλούδια ποικίλλουν την γαλήνη των εκτάσεων
της καρδιάς μας και πληθαίνουν τα πιστά στίφη
των ενιαυτών που μας ανήκουν.

Δευτέρα 22 Ιουλίου 2024

ΛΕΥΚΟΣ KΑΜΒΑΣ / Παρασκευουλάκου Αναστασία

 









Παγερός χειμώνας το σαλόνι.
Ο καμβάς παραμένει λευκός.
Μόλις δυο εβδομάδων τα κυκλάμινα,
γλύτωσαν από την καταστροφή.
Ύλη βυθισμένη στο νερό,
στιγμή διαρκείας,
χωρίς ρίζες,
ανεξάρτητη από θλίψη
ενικού ή πληθυντικού αριθμού.
Όσες ώρες αγνοείσαι αγαπημένη,
κοιμάμαι σ’ αυτή τη γωνιά.
Έχω καταργήσει την καθημερινότητα,
είμαι μια πόλη με απρόσωπα κτίρια.
Απομακρύνω τα πουλιά μέσα μου,
φοβάμαι μη γίνω δέντρο
και χάσω από άνθρωπος.

ΣΠΟΥΡΓΙΤΙ / Παρασκευουλάκου Αναστασία

 


Μια θαλάσσια ανεμώνη
στο βυθό του μυαλού
σε σηκώνει πάνω απ’ τα κτίρια.
Χάνεσαι στον ουρανό
ανάμεσα σε αυγή και σούρουπο,
σπουργίτι,
στων σκίνων τη δροσιά,
κελαηδάς στους πληγωμένους,
ανακουφίζεις τις αργόσυρτες ανάσες
στην παγωνιά ενός μολυσμένου χειμώνα.
Σπουργίτι μου,
ωρίμασες απότομα,
ψήθηκες στου πολέμου τ’ αλάτι.
Πάνω απ’ τα βράχια φτερουγίζεις,
αλλά το τιτίβισμα δεν αρκεί
να πείσει μια θαλάσσια ανεμώνη
ότι ανήκετε στο ίδιο σύμπαν.

ΘΑΜΠΗ ΓΗ / Παρασκευουλάκου Αναστασία

 


Χειμώνας.
Τοπίο αθώο,
δηλαδή ανεκμετάλλευτο.
Ακολουθείς τα ίχνη
για μια νέα πατρίδα
μέσα από συστάδες δέντρων
απ’ όπου φυτρώνει η έννοια «δάσος».
Δεν ξεστόμισες ποτέ τη λέξη.
Στην πατρίδα κυριαρχούσε
ανυδρία, έρημος.
Κι όσο προχωράς,
ξημερώνει στου μυαλού τον πόλεμο
χωρίς να σε ρωτά ποιος είσαι
ή από πού έρχεσαι.
Διατρέχεις το σύμπαν και κάθε φορά
όταν δοκιμάζεις πατρίδα,
ο Ηράκλειτος επιμένει:
δεν μπορείς να μπεις
στο ίδιο ποτάμι
δύο φορές.
Χειμώνας.
Έξω από την πόλη,
το ποτάμι δεν σε αναγνωρίζει.
Ρίχνεις την κουβέρτα πάνω σου
με βλέμμα γεμάτο ομίχλη.

Παρασκευή 19 Ιουλίου 2024

ΣΕ ΣΤΑΥΡΩΣΑΝ ΑΔΕΡΦΙ ΜΟΥ / Γιώργος Αλεξανδρής

                                                                            


Το λίκνισμα του νησιού, στ’ αφρόσκεπο το κύμα,
γλυκανασαιμιά και τραγούδι στης πεθυμιάς την τράτα
και το μακρινό τ’ αγνάντεμα, ακόμη ένα στέριο  βήμα
για το σφιχτό τ’ αγκάλιασμα στης ένωσης τη στράτα.

Λιοκέντητη  η σημερινή, εικοστή του Ιούλη αυγή,
το μεσημέρι απάντημα της πίστης στην ελπίδα
κι απέλπισμα τ’ απόβραδο με σταύρωση θλιβερή
στ’ αντάμωμα που πόθησε τ’ αδέρφι στην πατρίδα.

Τα πορτόφυλλα που έπεσαν στο βάρος της κατάρας,
τα κλάματα που ακούστηκαν παράπονο κι ευχή,
ψυχές που μοιρολόγησαν το στοίχειωμα της λαχτάρας,
στο σπίτι μας αντήχησαν παράκληση και οργή.

Φωτιές φυγής και κρότοι διωγμού στο σπίτι του αδερφού
και πνίγεται η ανάσα του ,μαραίνεται η ψυχή του
στο μίσος και την απειλή, του γείτονα και του γνωστού,
να σηκώνει ψηλά τα χέρια του, ικέτης στη ζωή του.

Σε σταύρωσαν αδέρφι μου και είδα τη θανή μου.
Τον τάφο που σου άνοιξαν είναι δικό μου μνήμα.
Θεριέψου στο κουράγιο σου, άκου και τη φωνή μου
κι η πίστη μας ομόψυχη, φουρτουνιασμένο κύμα,

θα πνίξει στο βαθυγάλαζο τ’ αφορεσμένα χέρια
που μάτωσαν τη θάλασσα, αυτή που γλυκοκυματούσα
κρατούσε στην αγκάλη της το σμίξιμο των πόθων,
περήφανα που το ένιωθες κι εγώ το λαχταρούσα.

Το σταύρωσαν αδέρφι μου το συναπάντημά μας,
μα σφίξε μέσ’ στο χέρι μου τα στέφανα του χρόνου,
πανήγυρη ξημέρωμα στην Κύπρο τ’ αντάμωμά μας,
στο δίκιο μας  να ιστορήσουμε, το κούρσεμα του πόνου.
                                                   
                                                     20 - 7- 1974
                                              Γιώργος   Αλεξανδρής

ΜΑΖΙ/ Υφαντίδου Κ. Αναστασία

 



Στα σκοτάδια περπατώ μονάχη,
φτάνω στου γκρεμού την άκρη.
Ξυπόλυτη βαδίζω με τα μαλλιά λυμένα,
έλα τα βράδια να τελειώσεις τα θλιμμένα.
Άπλωσε το χέρι σου, παλμό να μου χαρίσεις,
άνοιξη τα χέρια σου μέσα τους να με κλείσεις
Άσε πίσω μας το σκοτάδι,
μαζί στο φως μ’ ένα χάδι.
Χάνεσαι, σε ψάχνω τρομαγμένη,
μήπως δεν σε βρω φοβάμαι, στέκομαι παγωμένη.
Δεν αναπνέω μήπως και σ’ ακούσω,
αχ να μπορούσα με φιλιά το σώμα σου να λούσω.
Βάδισε δίπλα μου στα δύσκολα, μόνη μην μ’ αφήνεις.
Γλυκό κρασί η ζωή μας, μόνος σου γιατί το πίνεις;

ΚΛΑΙΕΙ Η ΨΥΧΗ / Υφαντίδου Κ. Αναστασία

 


Λείπεις και κλαίει η ψυχή μονάχη.
Λείπεις, έμεινα βάρκα μόνη στον γιαλό.
Θάλασσα δίχως το κύμα δίπλα να ’χει.
Τα λόγια σου ματώνουν το μυαλό.
Ερήμωσες τα μέσα μου, παγώνουν.
Μας άφησες στη μέση, μας αδίκησες.
Άλλοτε κλαίνε γοερά κι άλλοτε σε θυμώνουν.
Έδωσα ψυχή, μα στην αγάπη μου την πλάτη γύρισες.
Στα χέρια σου ν’ ακούμπαγα λιγάκι,
τις νύχτες που πονώ να μου ’δίνες γλυκό φιλί.
Δίπλα μου ας σ’ είχα κι όχι μόνη σε διπλό παγκάκι,
να βούταγα βαθιά στα μάτια τα μελί.
Εκεί να μ’ έκλεινες καλέ μου,
εκεί μαζί και αγκαλιά,
εκεί να μ’ έβρισκε η μέρα,
χωρίς εσέ χαρά δεν βρίσκω που

ΟΙ ΜΕΡΕΣ ΑΥΤΕΣ / Υφαντίδου Κ. Αναστασία

 


Είναι κι αυτές οι μέρες που ο πόνος μεγαλύτερος απ’ τον θυμό
Οι μέρες που το αγκάθι χώνεται βαθύτερα στον πράσινο κορμό
Οι μέρες που το ποτάμι φουσκώνει και θεριεύει
Παγόβουνο κοιτάζει ένα παιδάκι μαγεμένο
Με τις σκιές παρέα κοιμάται και ξυπνάει
Κι οι μέρες χάνουν το χρώμα τους
Ξεραμένες νοσταλγίες
Σαν ρίζες βγαλμένες απ’ το υγρό χώμα τους
Μια ξαστεριά δίχως καπνούς να μαυρίζουνε τα άστρα
Μια πρόσκαιρη αναπνοή
Ελεύθερο το χέρι πονά.

Σκοπός μας είναι η δημιουργία μιας Ανθολογίας Ποιημάτων από το σύνολο των Ελλήνων Ποιητών- Ποιητριών αλλά και ορισμένων ξένων, καθώς επίσης και κειμένων που έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον μας. Πιθανόν ορισμένοι ποιητές και ποιήτριες να μην έχουν συμπεριληφθεί. Αυτό δεν αποτελεί εσκεμμένη ενέργεια του διαχειριστή του Ιστολογίου αλλά είναι τυχαίο γεγονός. Όσοι δημιουργοί επιθυμούν, μπορούν να αποστέλλουν τα ποιήματά τους

στο e-mail : dimitriosgogas2991964@yahoo.com προκειμένου να αναρτηθούν στο Ιστολόγιο.

Θα θέλαμε να τονίσουμε ότι σεβόμαστε πλήρως τα πνευματικά δικαιώματα του κάθε δημιουργού, ποιητή και ποιήτριας και επισημαίνουμε πως όποιος δεν επιθυμεί την ανάρτηση των ποιημάτων του ή κειμένων στο παρόν Ιστολόγιο, μπορεί να μας αποστείλει σχετικό μήνυμα και τα γραπτά θα διαγραφούν.

Τέλος υπογράφουμε ρητά ότι το παρόν Ιστολόγιο δεν είναι κερδοσκοπικό και πως δεν η ανάρτηση οποιουδήποτε κειμένου, ποιήματος κτλ γίνεται με μοναδικό στόχο την προβολή της ποίησης και την γνωριμία όλων όσων ασχολούνται με αυτή, με το ευρύτερο κοινό του διαδικτύου.