πορεύομαι
φίδια-ποτάμια διασχίζω
με τυλίγουν
ξετυλίγομαι
σ’ έρημες αυλές
μετράω το χρόνο
πρόσωπα ανακαλώ
μα η μνήμη με προδίδει
τα βήματά μου μ’ οδηγούν
σ’ ένα κοιμητήριο
εκεί είναι πια οι ρίζες μου
εκεί είναι οι ρίζες όλων
κάποτε
δύο μεταλλικά κουτιά
γεμάτα κόκκαλα
οι γεννήτορές μου
ανάβω ένα κερί
σε ποιον
σε τι
παίρνω τον ανήφορο
για το βουνό
κι εκεί εγκαθίσταμαι
να βρω τη φώτιση.
παίρνω ένα λεωφορείο
με μακρινό προορισμό
φτάνω
παίρνω άλλο
για πολύ μακριά
αλλάζω λεωφορεία
τραίνα, πλοία
φεύγω
απομακρύνομαι
από το εδώ
από το σήμερα
που με πνίγει
που δεν μπορώ να ανασάνω
ίσως να είναι μια λύση
ίσως να είναι η λύση
γι’ αυτό που βιώνω καθημερινά
που δράκοι κυβερνούν
το μυαλό μου
αιχμαλωτίζουν το σώμα μου
λύκοι με προβιά
θ’ αρχίσω ξανά απ’ την αρχή
δεν έχω τίποτα να χάσω
αφού σήμερα ζω
μέσα στο τίποτα.
μικρές αποσκευές
όνειρα ψαλιδισμένα
στα τέσσερα σημεία
του ορίζοντα
σκόρπισαν σαν πουλιά
να βρουν φιλόξενη γη
αφού η πατρίδα
τους απαρνήθηκε
δεν είχαν πια ζωή σ’ αυτήν
προτεκτοράτο των ισχυρών
έγινε.
Κονκισταδόρες και ανθύπατοι
και ντόπιοι πρόθυμοι
τους έδειξαν την έξοδο
να φύγουνε γι’ αλλού
κι όσοι νέοι μείνανε
στην ουρά του ΟΑΕΔ
πενιχρό επίδομα
ή δουλειά για λίγα ευρώ
η χαρά του εργοδότη
πατρίδα μητριά
φυγαδεύεις τα παιδιά σου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου