Σε μέρες μάλλον μιας πρωτοφανούς πολυχρωμίας
Καθώς χτυπώντας τα βαριά τακούνια τους στο δρόμο
Έσπαγαν τη σιγή της μοναξιάς τους
Γόνοι μικροί εργατικών κατοικιών
Που χάνονταν οι ρίζες τους στις άδειες επαρχίες.
Κάποτε τρίζανε ενισχυτές και τζάμια
Σε νοικιασμένα υπόγεια συνοικίας
Με ακκόρντα διάφωνα και σόλα
Λες και μιλούσε άλλη γλώσσα
Αυτός εδώ ο ξαφνικός ρυθμός
Ο νέος ξενικός ονειροκρίτης.
Αφίσες γέμισαν οι τοίχοι·
Ραδιάκια, πειρατές, γκομενιλίκια, πάρτυ·
Τα φωτορυθμικά ζωγράφιζαν έναν καινούργιο χάρτη.
Στα χείλη τους ξεπήδαγαν οι πρώτοι στίχοι
Φτιαγμένοι με τα Αγγλικά του Ομήρου
Και του Στρατηγάκη.
Γκρουπάκια με ονόματα αρχαία·
Ταξίδευαν στις χώρες που ταξίδευαν τ’ αστέρια
Δυο λέξεις μόνο φώτιζαν εκείνη την υπόγεια τους μιζέρια
-το ιδιοτελές τους όραμα δίνει πνοή στη χώρα-
δυο λέξεις
σαν μάτια βουτηγμένα στο σκοτάδι
σαν μάτια που ρουφάνε την οθόνη
και καθρεφτίζουνε
με ξένα γράμματα
το εγώ τους
σε μια
διεθνή καριέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου