Ως πράξις ληξιαρχική,
εις Επαρχιακήν Διοίκησιν,
ως αριθμός παρουσιολογίου
εις Δημοτικόν Σχολείον,
ως αριθμητική, κατά τμήμα, μονάς
εις Μικτόν Γυμνάσιον,
ως αριθμός ταυτότητας πολιτικής
- ψηφίων έξι -
ως αριθμός φοιτητικού δελτίου
μετά πάσου,
εις Νομικήν Σχολήν,
ως καταγεγραμμένη αλλοδαπή
κατέχουσα κάρταν πράσινην
- εν Ελλάδι -
νομίμως εκδοθείσας
ως εκ Κύπρου, ορμώμενη.
Ως εγγραφείσα
εις Ταμείον Κοινωνικών Ασφαλίσεων,
ως φάκελος τεκμαρτού εισοδήματος
μετά φόρου προστιθέμενης αξίας,
ως μέλος εκλογικού καταλόγου
κάτοχος βιβλιαρίου εκλογικού,
ψηφίσασα εις εκλογές προεδρικές και άλλες
- εν Δημοκρατία-
εις τοπικόν νεκροταφείον,
ως σκεύος οστών
εις παρακείμενον δωμάτιον
ή και ως προϊόν αποτεφρώσεως
δια-σκορπισμένης ή και φυλαττόμενης σκόνης
εις θάλασσαν μεσόγειον,
Ως άμμου κόκκος παρά θιν' αλός
εις Πέντε Μίλι Καραβά,
Ως ίχνος
εις περιβόλιν της Λύσης
εις Μεσαρκάν,
Ως έλασμα
εις φύλλον συκομωρέας
-παρά της Αγίας Νάπας-
ή και κέδρου
εις Δάσος Πάφου,
Ως σκιά
του μακρύδρομου Λήδρας,
ως νότα -μι- ήχου πλαγίου και δεύτερου
εις κάστρα Θεσσαλονίκης,
2 σχόλια:
Ένα Ποίημα απέριττο, αστόλιστο, αφτιασίδοτο, ''γυμνό'', αποταξάμενο, εν πολλοίς, την -κατά τα ειωθότα, εκ των ουκ άνευ- καλλιέπειαν και, ως εκ τούτου, διαφορετικό.
Μία τυπική αυτοπαρουσίαση μιάς άγνωστης
χωρίς τίποτα το μεγάλο, το σπουδαίο, το υψηλό,
Ένα βουβό παράπονο για μία ζωή,
σαν των πολλών ανθρώπων τις ζωές,
Μία επτασφράγιστη ευχή, ένα κάλεσμα,
που, κλεισμένο σε μπουκάλι ριγμένο στο πέλαγος,
θα φέρει -ακόμα κι απ' τα πέρατα της γης- τον εκδικητή.
Και Ποιητική πλέον Αδεία, Τους Λαιστρυγόνας
και τους Κύκλωπας, τον θυμωμένο Ποσειδώνα
χωρίς να λογαριάζουν, εκδικητής και άγνωστη
μαζί θα βγούν στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
ευχόμενοι νά'ναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις·
σε πόλεις Aιγυπτιακές πολλές θα πάνε,
θα μάθουν και θα μάθουν απ’ τους σπουδασμένους.
Κι όταν κάποτε αράξουν στο νησί,
θα πλαγιάσουν πάνου στα χόρτα, καθώς που ετάχθησαν.
Και θα λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση, όπως προφήτευσε ο Ποιητής.
Ένα τυπικό βιογραφικό μιάς άγνωστης
χωρίς τίποτα το μεγάλο, το σπουδαίο, το υψηλό,
διά πάσαν -και μετά ''κοίμησιν''- νόμιμον χρήσιν.
Μία εξομολόγηση, κατά τεκμήριον ειλικρινής,
που -ως εκ της παντελούς ελλείψεως ανομημάτων-
θα αποτελέσει, για την εξομολογούμενη, καλὴν απολογίαν,
την επί του φοβερού βήματος της επουρανίου κρίσεως,
και, με τη συνηγορία του προστάτη της φύλακα άγγελου,
θα αξιωθεί θεοδώρητη καταξίωση της υπαρκτής της ανυπαρξίας·
Την Βασιλείαν Των Ουρανών, Τον Παράδεισον, κατά τας γραφάς,
τους αγίους πατέρες και την Επίσημον Θρησκείαν.
Γιατί, όσο κι αν ακούγεται παράξενα, νυν και αεί Τίποτα δεν Τελείωσε·
Τίποτα δεν ''έκλεισε'', τίποτα δεν εκκαθαρίστηκε, ως προς τις κερδοζημιές,
Τίποτα δε χάθηκε, χωρίς ελπίδα πιά,
Στο αέναο ταξείδι της στιγμής μέσα στην ατέλεια του χρόνου.
Ένα Ποίημα Ξεχωριστό. Ό,τι Καλύτερο.
Υ.Γ. Περιττό να πω ότι τα παραπάνω εκφράζουν το πως εγώ, προσωπικά, ''διάβασα'' - ''εισέπραξα'' - ''ερμήνευσα'' ένα -κατ'εμέ- πραγματικά ωραίο, ξεχωριστό Ποίημα.
Γιατί η Ποίηση είναι και για να σε ταξιδεύει σε επιτακτικά, ορμέμφυτα -έστω και φαντασιωμένα- Λυτρωτικά σου Θέλω, ένθεν κακείθεν του τελευταίου της ζωής σου απόπλου.
Εκείνου του εξόδιου απόπλου, με μεγαλοπρεπή, μαύρη γόνδολα - βιτρίνα, φρακοφόρο γονδολιέρη ψάλλοντα ρέκβιεμ για τον κεκοιμημένον του αδελφό και φόντο τον κατάμαυρο, αχαρτογράφητο ουρανό, καθρέφτη των κατάμαυρων, αχαρτογράφητων νερών της Αχερουσίας.
Εκείνου του ελπιδοφόρου απόπλου, εφαλτήριου για ένα νέο ξεκίνημα, μία καινούργια αρχή μετά των αγίων, εν τόπω φωτεινώ, εν τόπω χλοερώ, εν τόπω αναψύξεως, ένθα ουκ έστι πόνος, ου λύπη, ου στεναγμός αλλά ζωή αιωνία, ατελεύτητος.
Εκείνου του θεόσταλτου απόπλου, για την των δικαίων επουράνιαν πλουσίαν ανταμοιβήν.
Δημοσίευση σχολίου