Στην αρχή
έτσι και πεις πως ξεκινάς
συνήθως υπάρχουν δυο τρόποι:
νοσταλγία
ή
θάνατος.
Έτσι και ακούσεις την πρώτη καληνύχτα
σαν δεις
το πρώτο άρωμα
το πρώτο περίγραμμα να ξεμακραίνει,
λες θάνατος.
Έτσι και πουν να μείνουν
και τα αρώματα σε νοτίσουν
και στο περίγραμμα αγγίζεις τον εαυτό σου
κι η καληνύχτα λέγεται σε κόκκινα κρεβάτια
κι όχι σε γέρικους δρόμους,
λες νοσταλγία.
Άσπονδες καληνύχτες
να λέμε
μέχρι
να καούν όλα
απ' όσα μας είπαν
πως είναι να διαλέξουμε.
προκάλεσέ τη να σου δείξει τα χρυσά της δόντια.
Άλλωστε
μόνο έτσι θα της τα πάρεις,
όταν τη σκοτώσεις.
***
κάθε θαμπό πάτημα
κάθε υπομονετική χειρολαβή
και κάθε άφιξη
και κάθε άνοδος
και κάθε ξύλινη ελπίδα
και κάθε χλιαρός όροφος
μέσα στην υγρασία οικογενειακών ευχών
που από το ισόγειο
τις ακούς σαν σύρσιμο σε γρασίδι
κάθε σκάλα
παλιό ρεμπέτικο γρέζο
τόλμησα να ανέβω
τα ρέοντα σκαλοπάτια σου
`Βυθός
κάτω από τα ρούχα σου
-μόνο αυτά αληθινά-
με τα χέρια μου
κάτω από το δέρμα σου
τα κλωνάρια κόκκαλά σου ένα ένα
όσο μπορώ να τα δω ακόμα,
βυθισμένα όπως είναι
μέσα στη διάθλαση του δέρματός σου
κάτω από τον άσπρο σου θώρακα
και σκέφτομαι
την πρώτη σου καλημέρα
με την πιο αθόρυβη αφή
η Ιστορία
Καταπέφτει
με τον πιο γελοίο γδούπο
η εξουσία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου