Χαρούμενα φτεροκοπάτε , δίνετε φιλί βιαστικό και σπαθίζοντας τον αιθέρα με την ψαλίδωτή ουρά σας χάνεστε.
Απομένει κείνο το ημίλευκο χρώμα της γαστέρας να ανταμώνει με το μέλαν των φτερών.
Ώ ,αν μπορούσα να νοιώσω τις λέξεις σας ,ταξιδευτές μου ουράνιοι,
όμορφα χελιδόνια!
Σύναξη ,ίσως, για την αποδημία που ζυγώνει;
Διάβηκε και τούτο το θέρος κι είναι έτοιμη η φυγή για την Ηλιοχώρα.
Σας ζηλεύω ,αποδημητικοί σύντροφοι των παιδικών μου χρόνων.
Μοσχοβολάτε Πατρίδα, ξεγνοιασιά, αλάνες, παιγνίδι , άνθη αθωότητας.
Σας πρόσμενα έμπλεη ευτυχίας,
προπομποί σείς της Άνοιξης.
Το φτερούγισμα σας αφουγκραζόμουν κι απίθωνα στο πέταγμα σας τα όνειρά μου τα άγουρα.
-Ήλθαν, ήλθαν τα χελιδόνια φωνάζαμε, τα χεράκια μας χτυπώντας, κι αντάμα πετάριζε η καρδιά μας.
Κι ύστερα, χτίστες ζηλευτοί, με μαεστρία σμιλεύατε την φωλιά σας, έργον Τέχνης κι Αγάπης και Ουσίας πάντα στο ίδιο σημείο με οδηγό της ψυχής την μνήμη.
Αναμετρούσα της ζήσης μου τα καλοκαίρια με τον ερχομό σας και το διάβα τους με το κατευόδιο σας.
Πότε πέρασαν;
Νύχτωσε πια!
Για πόσο ακόμη θα με πλανεύει το τιτίβισμα σας;
ΕΣΩ ΙΡΙΔΙΣΜΟΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου