ταξιδεύω καβάλα στα δάχτυλά μου
ένα πλήθος από ρίγη ταπεινώνει την αφηνιασμένη αφή μου
στην πρώτη άγνωστη λέξη
Αυτή που κυνηγημένη από τα λεξικά
γαβγίζει αδέσποτη στις αυλές της αγρύπνιας μου
ζευγαρώνει αδιάντροπα με τη νυχτερινή στίξη του ουρανού
κι έπειτα γεννοβολά τα τυφλά της παιδιά πνιγμένη στους κόκκινους ιβίσκους
που μελάνι αδέκαστο ζωγραφίζει ερήμην
Σελίδα τρίτη
η λευκότητα που περιπαίζει την εξουσία της ήβης μου
στήνει καρτέρι πίσω απ’ αόρατα ερωτηματικά
Λεκέδες ζωής και θανάτου στο χαρτί και στα δάχτυλα
Στην τέταρτη σελίδα γεννιέται ο ποιητής και πεθαίνει
στο εξώφυλλο με το επινοημένο του λήμμα υπό μάλης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου