Ο ΠΟΙΗΤΗΣ
Προς τι καλόν, τι όφελος ηθέλησεν η τύχη,
κ' εν τη αδυναμία μου επλάσθην ποιητής;
Μάταιοι είν' οι λόγοι μου· της λύρας μου οι ήχοι
αυτοί οι μουσικώτεροι δεν είναι αληθείς.
Εάν θελήσω ευγενές αίσθημα να υμνήσω,
όνειρα είν', αισθάνομαι, η δόξα κ' η αρετή.
Παντού απογοήτευσιν ευρίσκ' όπου ατενίσω,
κ' επί ακάνθων πανταχού ο πους μου ολισθεί.
Η γη 'ναι σφαίρα σκοτεινή, ψυχρά τε και δολία.
Τα άσματά μου πλανερά του κόσμου είν' εικών.
Έρωτα ψάλλω και χαράν. Αθλία παρωδία,
αθλία λύρα, έρμαιον παντοίων απατών!
Η ΜΟΥΣΑ
Δεν είσαι ψεύτης, ποιητά. Ο κόσμος τον οποίον
οράς εστίν ο αληθής. Της λύρας αι χορδαί
μόναι γνωρίζουν τ' αληθές, και εις αυτόν τον βίον
οι ασφαλείς μας οδηγοί μόναι εισίν αυταί.
Του θείου είσαι λειτουργός. Σοι έδωκε τον κλήρον
του κάλλους και του έαρος. Μελίρρυτος αυδή
ρέει από τα χείλη σου, και θησαυρείον μύρων
είσαι - χρυσή υπόσχεσις και άνωθεν φωνή.
Εάν η γη καλύπτεται με σκότος, μη φοβείσαι.
Μη ό,τι είναι έρεβος νόμιζε διαρκές.
Φίλε, πλησίον ηδονών, ανθών, κοιλάδων είσαι·
θάρρει, και βάδισον εμπρός. Ιδού το λυκαυγές!
Ομίχλη μόνον ελαφρά το βλέμμα σου τρομάζει.
Υπό τον πέπλον ευμενής η φύσις διά σε
ρόδων, και ίων, κ' ευγενών ναρκίσσων ετοιμάζει
στεφάνους, των ασμάτων σου ευώδεις αμοιβαί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου