ο χώρος
με σύνορα προκαθορισμένα
από φωτιά κραυγή αναστέναγμα
και μη-με λησμόνει
παθητικός παραμένει στων ειδών τα περάσματα
φίλε μου
ανοιγοκλείνει χωρίς αντίσταση να προβάλει
στη δύναμη στο χρόνο
ο χώρος έχει πόρους και μυστικά περάσματα
ΜΗΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ ταπ ταπ τις σταγόνες
ταπ ταπ οι σταγόνες δραπετεύουν
διαρροή πληθυσμού και πιζάμες σταυρωμένες στα μπαλκόνια πολύ
χρωμες μονό
χρωμες
κίτρινο οικογενειακό συμβούλιο
πράσινο οικονομικό συμβούλιο
θαλασσί οικουμενικό συμβούλιο
αυγουλωτά γαυγίσματα
σε λιποθυμισμένες πλάκες
τα βήματά τους
καλημέρα στεριά
ΜΗΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ
το τραγούδι σου ανέμελα να σφυρίζεις
με τα χέρια στις τσέπες
φίλε μου
το τραγούδι σου φύλαξε στις άδειες τσέπες
2
χρωματιστά χταπόδια αγκαλιάζονται
υγρά και καθαρά -αγκαλιάζονται-
αλλαγές στα σχήματα στα χρώματα
-υγρά και καθαρά-
ίδια η γιορτή του νερού στα σώματα
γοργώ
σθενώ
ευρυάλη ανίσχυρες
στην αυλή οι κότες τινάζονται χωρίς κεφάλι
κι ο τοίχος μεσημέριασε
στα τατουάζ τα μονό
χρωμα τα μονό
χρωμα
σαν πηδάς τη φωτιά - σκοπεύω
μάζευε τα πόδια σου - τα χέρια
μάζευε δύναμη - σκοπεύω
τίναζε το κορμί ψηλά - την καρδιά
σκοπεύω
οι χορευτές στο πανηγύρι με τα πόδια στον αέρα
το μαντήλι- στο χέρι
ωπ
το μαντήλι στο χέρι δεσμός κι ανάμνηση
η αστραπή
κυνηγάει το δέντρο
το άοπλο
κι ο μελλοθάνατος
το μαντήλι στα μάτια δεσμός κι ανάμνηση
και μη – με - λησμονεί
ΜΗΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ
ο χώρος παθητικός παραμένει στων ειδών τα περάσματα
χωρίς γιορτή ο ερχομός ο μισεμός χωρίς φιλιά
φίλε μου
τις βαριές φύλαξε νύχτες στις άδειες τσέπες3
Δεν είχαμε ειδήσεις απ τους ναύτες μας
γι αυτούς μιλώ
που σκαρφάλωσαν στο κατάρτι
να σιάξουν το πανί τον καιρό εκείνο
-τ άσπρο πανί-
σ αγαπώ – τίποτ’ άλλο - ποτέ - πάντοτε - κάποτε
Οι λέξεις τα μεσάνυχτα φορούν παλτό
καλοκουμπωμένο -μαύρο παλτό-
κι είπε η φωνή ζητώ συγγνώμη
φορώ τα γυαλιά
τα μαύρα γυαλιά τα μεσάνυχτα
ωχ! οι ναύτες με τρύπιο παντελόνι
χωρίς πουκάμισο
με τον αέρα στα μαλλιά
με το κατάρτι αγκαλιά
οι ναύτες με τα δάχτυλα ευκίνητα στον αέρα
Τι αναστάτωση!
Να σφυρίζεις το τραγούδι σου
σ ένα κατάρτι
να σφυρίζεις το τραγούδι σου
από σκισμένα χείλια
να φεύγει το τραγούδι σου
να φεύγει το αίμα σου
να πυκνώνει το χώρο
η μουσική
να σφυρίζει ο αέρας - να τραγουδά το στόμα σου
να τρίζει, το ξύλο - ν αρμενίζει το μάτι σου
σ αγαπώ – τίποτ’ άλλο - ποτέ- τίποτα - πάντοτε
πάντοτε
πάντοτε
χωρίς ζώνη στη μέση
χωρίς μαντήλι στο χέρι
χωρίς μαντήλι στα μάτια
χωρίς παλτό
χωρίς γυαλιά
-καθαρά και υγρά και ατέλειωτα –
ΣΥΓΓΝΩΜΗ ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΜΗΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ
ο χώρος
παθητικός παραμένει στων ειδών τα περάσματα
κι η αγκαλιά του - κατόπιν αιτήσεως
κι η αγκαλιά του - μαντρότοιχοι συμπαγείς
κι η αγκαλιά του - σπασμένα μπουκάλια
κι η αγκαλιά του - μπηγμένα στο τσιμέντο
κι η αγκαλιά του - σταυρωμένα μάτια
και πόνος οξύς
επιστολές
στα τηλεφωνικά-σύρματα
κατοικούν φαντάσματα
"ΕΙΜΑΙ" επιμένουν "καλά..,"
"ΕΧΩ τροφή νερό πέτρινο τάφο··."
είπα να σου γράψω
Καλημέρα
1
στο δρόμο
η αρρώστια
παράφωνα τραγουδά
πατριωτικά εμβατήρια
δανεισμένα από καιρούς πιο παλιούς
με μια σημαία επικεφαλής ν ανεβαίνει ή να πέφτει
ανάλογα με τη μέρα
κανένας άνθρωπος
μονάχα πατριωτικά εμβατήρια
και όργανα συναχωμένα
ζώα αιματίσια που και που σέρνουν ξοπίσω τους
τρύπια τενεκέδια που κροτούν τις ίδιες νότες
κι εδώ στο υπόγειο
ο αναμμένος γλόμπος γυμνός ταλαντεύεται
να φτάσει ένα ρούχο να σκεπαστεί
προεξοχές παντού
εξοχές από παιδικά όνειρα γράφουν κύκλους σκιάς
στο υπόγειο
η αρρώστια μουρμουρίζει
πατριωτικά εμβατήρια
με μισή αναπνοή
σάπια σωθικά επιδεικνύονται
στο τραπέζι τής ανατομίαςστις γωνιές αρκουδίζουν των φοιτητών τα μάτια
κι ο πόθος τους - πυρετός σε στενό κρεβάτι
κι η σιωπή τους - νάρθηκας από σκληρό ύφασμα
κι η ομιλία τους - μικρές κομμένες λέξεις
σε παραμιλητό
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου