Αυτή η γλυκιά κιθάρα να μην ξανακουστεί
βουβή στην καμάρα της να κλειστεί
και κει ας μείνει κρεμασμένη
Γιατί η φωνή
Γιατί το χέρι
Γιατί η ψυχή και η ψυχή
Αυτός ο κίτρινος ποταμός
Είναι πνιγμός
Είναι θυμός
Και είναι το κλωθογύρισμά του
Μια δοξαριά και σπάζουν οι χορδές.
Κι αν χαλάσει λοιπόν η αρμονία
θα χαλάσει για μένα.
**
Υακίνθια
Ο λόγος
που χανόμουνα μέσα στην αγκαλιά σου
και η συνήθεια
να τρέχω κοντά σου χωρίς λόγο
Στον ίδιο πάλι δρόμο
πάντα την ίδια ώρα
Να τρέχω
για να τρέχω μες σε μια νέα βλάστηση
στο πάλι λάβρο αγέρι μιας ζωτικής ψευδαίσθησης
Κει που οι αγώνες του έρωτα, ο έρωτας των λουλουδιών
κι ο έκτροπος ο δίσκος του Απόλλωνα
Σκοτώνει ο φονικός το μυροβόλο Υάκινθο
Σκοτώνει και στοιχειώνουν οι στάλες του αίματός του
στα όνειρα του Θεού
**
Ο τελευταίος ορίζοντας
Μισώντας την και μισώντας την
έφτασε να την αγαπήσει
Μόνο την ώρα που θα τέλειωνε ο ανοιχτός
ο Πόλεμος
Πάνω στη στιγμή που θα πέθαινε
Κοιτάζοντας βαθιά μες στων ματιών της
τον απέραντο βυθό από σιμά τοπία μακρινά
Όπως ο Αχιλλέας αγάπησε την Πενθεσίλεια
την ώρα που τρυπούσε την καρδιά της
Σιδερομαχαιριά
Κρατώντας την ερωτικά πρώτη και τελευταία φορά
Την αναγνώρισε
Και βλέπει το αληθινό πρόσωπο της Αμαζόνας
Πέρα απ’ τα ματωμένα παραπετάσματα
Πιο πέρα απ’ τη σκιά των όπλων
Κλείνει τα μάτια του και βλέπει.
**
Οι κύριοι συνωμότες
Βροχή που δεν ακούγεσαι
Ψυχή που δε σε βλέπω
Ο ήλιος που δεν έβγαινε
Ο αέρας που θυμώνει
Κι όλα ανακατεύονται
και κύκλοι του ορίζοντα
και των νησιών ηφαίστεια
κι ασύμμετρα του κόσμου
Για να μη δω τα κύματα
πως τσάκισαν τ’ αμάθητα σκαριά
και πως εκοκκινίσανε
τα σπλάχνα της θαλάσσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου