πάλι φλυάρησα , τα λόγια χαλάλισα,
ξύνω το κούτελο και μειδιώ.
Ξυπνώ στα πούπουλα , τη ρουτίνα μου έχω,
ωράριο σίγουρο, καθημερνό.
Και φληναφήματα, άλλοθι για τα θύματα
και μακαρίσματα , που δεν είμαι, εγώ.
Τινάζω το πέτο μου, κουνάω απ ‘ τη θέση μου
αντρίκεια σκέφτομαι και ηρεμώ.
Κοιτώ το σπίτι μου, έξω απ τη μύτη μου , δεν το κουνώ.
Ο ήλιος χάραξε σκούρες αυγές,
άλλοι στα κάγκελα, άλλοι κραυγές.
Πήραν την ανάσα μας την καθαρή,
το αίμα μας μαύρο , πικρή χολή.
Λες, για το σήμερα μόνο να δω.
Υπάρχει τάχα όραμα κάπου να μπω;
Μου λες , τον εαυτό μου μόνο να δω.
Μα πότε αλληλέγγυος υπήρξα εγώ;
Βαραίνουν οι λέξεις , τα λεξικά.
Κάποιες αν διαγράψουμε, θα ναι καλά.
Ελπίδα, σκέψη, χαρά, ζωή.
αν τις διαγράψω, είναι ελαφρύ.
Σβήνω παιδιά , σβήνω γενιά,
Έξω σκοτείνιασε ! είναι ερημιά.
Κλείνω τα μάτια, να ονειρευτώ,
Μόνο εφιάλτες , θαρρείς είν’ εδώ.
Τρέχω στο δρόμο τρελός να πω,
πως κάθε λέξη, έχει σκοπό.
Τρελό σκαρφάλωμα στην κορυφή,
άγριο σκούξιμο, θεριεύει η ζωή.
Ένα μας φτάνει και είναι αρκετό,
νέο φυντάνι απ ‘τη γη, τροφαντό !
κι αν η γη πείσμωσε και δεν σκιρτά,
στην αγκαλιά, τα παιδιά μας
κρατήστε σφιχτά .
Είναι ο μίσχος μας ο τρυφερός
και της φροντίδας , κανακάρης μικρός..
Όχι, τι είχαμε , μα, τι είναι εμπρός .!
Μετά από πειράματα, ο ακμαιότερος γιός !
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου