Τον έπαιρνε ο ύπνος.
Κατάκοπο σε μια γωνιά τον έπαιρνε ο ύπνος,
ενώ οι άλλοι γύρω φλυαρούσαν.
Μήνες, μέρες, χρόνια
τον κυνηγούσε επίμονα, σπασμωδικά.
Μα τώρα ο ύπνος ερχόταν μόνος του,
βάραινε στα βλέφαρά του.
Σα να μην ήταν αυτός,
σα να μην είμαστε εμείς.
Και δεν ήθελε πια τίποτ' άλλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου