του Δημήτρη Ραβανή - Ρεντή
ΣΤΟ ΔΙΟΜΗΔΗ
ΚΟΜΝΗΝΟ
"Μεταξύ των φονευθέντων,
είναι ο Διομήδης Κομνηνός.
ετών 17, με βεβαρυμένον παρελθόν."
Εφημερίδες- από επίσημη ανακοίνωση.
Βεβαίως,
είχε
βεβαρυμένο παρελθόν ο Διομήδης.
Πέντε χρονών,
στους ώμους του πατέρα του
φώναζε για
λευτεριά στην Κύπρο,
δέκα χρονών,
ξυπόλυτος,
με μια φέτα
ψωμί στην τσέπη,
βάδιζε στην
πορεία της ειρήνης,
στα δώδεκα
ζητούσε δημοκρατία.
Στα δεκαεπτά
μ’ ένα πλακάτ
στο χέρι:
ψωμί – παιδεία
– ελευθερία.
Σελ: 8
ΕΝΑΣ ΖΕΣΤΟΣ
ΝΟΕΒΡΗΣ
...και ξαφνικά
πιάσαν οι
ζέστες το Νοέβρη
καλοκαιριά
στην καρδιά
του χειμώνα.
Ηταν οι ανάσες
των παιδιών,
κοντά - κοντά,
σαν να ’ταν
μια αναπνοή
κι οι ανάσες
στα παράθυρα
κοντά - κοντά,
σα να ’τανε
ένα μπαλκόνι η Αθήνα,
κι οι φωτιές
που καίγανε στους δρόμους τα σκουπίδια,
κοντά - κοντά,
σα να ’ταν
πυρκαγιά,
κι ήταν οι
σφαίρες
κι ήταν το
αίμα.
Και ξαφνικά
πιάσαν οι
ζέστες το Νοέβρη
κατακαλόκαιρο
στη μέση του χειμώνα.
Σελ: 10
ΑΝΩΤΑΤΕΣ
ΣΠΟΥΔΕΣ
Σταματήσανε τα
μαθήματα
να κάνουμε
ανώτατες σπουδές στους δρόμους.
Οι
αρχιτέκτονες χτίζουν οδοφράγματα
οι γιατροί
μαθαίνουν τον πόνο
οι νομικοί
κάνουν πρακτική εξάσκηση στο δίκιο
οι μαθηματικοί
μετρούν τις δυνάμεις
οι μηχανικοί
κατασκευάζουν χιλιοκύκλους
οι φυσικοί
ελέγχουν τη σύνθεση του αίματος.
Οι ζωγράφοι,
με το καβαλέτο
τους στημένο μπροστά στα τανκς
ζωγραφίζουν το
θάνατο.
Σελ: 12
ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ
Οι πολιτικοί
περιμένουν εξελίξεις
οι αδιάλλακτοι
περιμένουν
έστω και την
επέμβαση του ΝΑΤΟ
οι ποιητές
περιμένουν βραβεία
οι μαγαζάτορες
περιμένουν πελάτες
οι γιωταχίδες
περιμένουν το Σαββατοκύριακο.
Οι φοιτητές
περιμένουν συμπαράσταση.
Σελ: 16
ΡΥΘΜΟΙ
Έμαθα το ρυθμό
των τραγουδιών σας
ακούγοντας το
μοτεράκι της Ασφάλειας
που ΄πνιγε
τις κραυγές
των βασανισμένων
Στην πλατεία
Κυριακού, το 36….
Σελ: 18
ΤΟ ΚΕΡΔΟΣ
Ως τότε δεν
γνωρίζαμε ο ένας τον άλλον
και μες στο
σπίτι μας ακόμη.
Ως εκείνη τη
μέρα του Νοέμβρη,
δεν ξέραμε
ποιος κάθεται στο διπλανό διαμέρισμα.
Και ξαφνικά,
συναντηθήκαμε
στο ασανσέρ με τον συνταξιούχο του τρίτου,
συναντηθήκαμε
στην είσοδο με τη νοικοκυρά του πρώτου,
συναντηθήκαμε
στην πόρτα με έναν εργάτη,
με έναν πρώην
υπουργό,
συναντηθήκαμε
στο δρόμο με τους απέναντι
και κατεβήκαμε
την Πατησίων.
Και ξαφνικά
χαμογελάσαμε ο ένας στον άλλον,
κι απλώσαμε
τις αντένες μας στα ίδια κύματα:
1050
χιλιόκυκλοι.
Σελ: 22
ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ
ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ
Ναι, έρχομαι
από ΕΚΕΙ.
Τι μέρα είναι
σήμερα;
Απ’ την
Τετάρτη μπήκα μέσα.
Τι να σας πω;
Κόσμος πολύς
στα κάγκελα, στο δρόμο, στην αυλή,
στα κάγκελα
δεμένα χέρια,
χέρια, πλακάτ,
κεφάλια, όπλα,
τι να σας πω;
Και βέβαια
είχε αίμα.
Μήπως έχετε
ένα τσιγάρο;
Τ' αφήσαμε
ΕΚΕΙ τα τσιγάρα,
πολλά τσιγάρα
κι ένα ταψί με
κριθαράκι που μας έφερε η γριά.
Μήπως έχετε
ένα ηρεμιστικό;
Ή, καλύτερα,
ένα τσιγάρο.
Μα, ναι...
Ήμουνα ΕΚΕΙ.
Τι να σας πω;
Δυο χιλιάδες;
Τρεις χιλιάδες;
κι άσε τους
έξω...
Όχι, το αίμα
δεν είναι δικό μου.
Βέβαια, ήμουνα
ΕΚΕΙ
απ' την
Τετάρτη... ή την Τρίτη;
Στα κάγκελα
δεμένα χέρια, πρόσωπα, πλακάτ,
με το φορείο
φέραν μια κοπέλα.
Όχι, δεν ξέρω
πόσων χρονών.
Όχι, δε
φαινότανε το πρόσωπό της.
Όχι, σας λέω,
το αίμα δεν είναι δικό μου...
Τι σας έλεγα;
Για την κοπέλα.
Όχι, δεν ξέρω
πώς τη λένε.
Ναι, ήμουνα
ΕΚΕΙ.
Κανείς δεν
ήθελε να φύγει.
Τα τανκς
στεκόντουσαν στην πόρτα,
έξω απ' τα
κάγκελα,
όχι, μέσα απ'
τα κάγκελα,
όχι... έξω...
Μα, βέβαια,
ήμουνα ΕΚΕΙ.
Τι να σας πω;
Όχι, δεν θέλω
επίδεσμο, το αίμα δεν είναι από μένα..,
Δύο φαντάροι
μ' έκρυψαν σ' ένα σκουπιδοτενεκέ
Χέρια δεμένα
στις ερπύστριες,
μάτια, μαλλιά,
τα μάτια στα
κάγκελα,
ανάμεσα στα
κάγκελα...
Μόνο να
ξημερώσει, λέγαμε...
Και βέβαια,
ήμουνα ΕΚΕΙ.
Σελ: 30
ΟΡΟΣΗΜΑ
«Σ΄εκείνους
που πέσανε…»
Σταματήσαμε
την πορεία
να θάψουμε ένα
νεκρό.
Βάλαμε κι ένα
σταυρό.
Ύστερα κι
άλλον.
Και πιο πέρα.
Και παρακάτω.
Κι άλλο
σταυρό.
Έτσι, μας
είπαν,
θα βρούνε το
δρόμο
εκείνοι που
έρχονται.
Εκδόσεις: Σύγχρονη Εποχή/Αθήνα 1995
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου