Την ερμητικά κλεισμένη πόρτα μου
Πίσω της,ακομα ένα καινούριο σπίτι.
Λοξό κι αλλόκοτο στην όψη.
Όσο μεγάλωνα το σπίτι άλλαζε,ισωναν οι τοίχοι,
Έχανε την ομορφιά του.
Σκρινια γεμάτα παλιές γραφές και με λαούτα
Πίσω από τα τζάμια τους, γνώσεις ανθρώπων που δεν γνώρισα.
Και στην άκρη παράθυρα βαμμένα κόκκινα.
Ο θεός θάμπωνε αναμμέσα'π'τις γρίλιες την αιωρούμενη χαμένη μου ύπαρξη
Αποτύπωνε πάνω μου έναν κόσμο αυριανό
Έμοιαζα με σκόνη ουράνια.
Και η λευκή σκαλα
Τρεμαμενη ,κακώς ακουμπημένη στην πόρτα μου,
τίποτα δεν εγγυάται.
Κατεβαίνω όμως
Η ελπίδα βρίσκεται στο καταφύγιο της ληθης.
παλιά.
Και γεμίζω τον τοίχο με εικονίσματα.
Κάτω απτην λευκή σκάλα απλώνεται μια θάλασσα.
Με πιάνει τρέμουλο,νιώθω να πνίγομαι στον ύπνο μου.
Πάντα μια θάλασσα απλώνεται μέσα στα σπίτια μου
Οπότε την συναντώ όλα λύνονται
Βιώνω μια έκρηξη
Γίνομαι απότομα μικρός και κλαίω,κλαίω ασταμάτητα
Η θάλασσα με απελπιζει.
Πάντοτε με έκανε να κλαιω
Λυπάμαι που είναι μπλε η θάλασσα.
Δεν την καταλαβαίνω.
Ήθελα μια θάλασσα λευκή,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου