Εσένα που δε γνώρισα ποτέ
Ποτέ που δεν σε γεύτηκα
.
Ποτέ του δε μεγάλωσε
.
Απλώθηκε κι Απλώθηκε
Ως τα πέρατα του κόσμου μας
.
Έδιωχνε τ' αηδόνια
Δεν ακούσαμε
Για το λευκό των περιθωρίων
Το λευκό του φεγγαριού,
Της καταιγίδας που έρχεται.
Το λευκό του πρωινού της τελευταίας μου μέρας.
Ξημέρωμα Σαββάτου-
Και δεν υπάρχει περιθώριο
Γι' άλλο τίποτε
Φως μόνο
Μόνο φως
Ασωμάτων και Ψυρρή κι απ’ την υγρασία
Τα τραγούδια μας βαραίναν στα παπλώματα
Και ξυπνούσε το αντίο και η φαντασία
.
Στην πλατεία Εξαρχείων σιγοντάρανε
Τα αγέννητα τραγούδια και τα θαύματα
Μέχρι το ξημέρωμα κι ύστερα μπατάρανε
.
Στον Παράδεισο
Μας θυμήθηκε ο πόνος
Ο απλήρωτος
.
Μες στην άβυσσο
Και ο τελευταίος στίχος
ανεκπλήρωτος
.
Όταν σβήσουνε τα φώτα κι έρθουν οι σκιές
Σ’ ένα βλέμμα να γλυκαίνουν τ’ άγρια χρόνια μας
Μια φωτιά απ’ τις στάχτες μας δυό απ' τις ματιές
.
Το φιλί το τελευταίο κράτησε στα χείλη
Μια στιγμή πως ξεγελάει τον αιώνα μας
Και τραγούδι γίνεται που ‘χει η αγάπη στείλει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου