Η ροή των αυτοκινήτων με το σταγονόμετρο
Σε κάθε φανάρι ναρκωμένα παιδιά, άδειες βιτρίνες, ενοικιαστήρια.
Μέρος της ασφάλτου, σ’ αδιάκοπα μονά ζυγά
Εναλλασσόμενα στους χρόνους, χωρίς υπόμνηση ονόματος
Γλιστρώ ανάμεσα στις χαραμάδες.
Είμαι η αιώνια σκόνη των καταθλιπτικών κτιρίων.
Στριμώχνονται οι άνεργοι
στα πάρκα και στις καφετέριες
σκόρπιες παρέες.
Λοξοκοιτούν υπάρξεις αιθέριες
και αραδιάζουν τα προσόντα τους
ο ένας στον άλλον.
Υπολογίζουν τις προϋπηρεσίες τους
οι μεγαλύτεροι μετρούν τα ένσημά τους
μα δεν τους βγαίνουν.
Ξαναβουτούν στις αγγελίες τους
κουβεντιάζουν
έρχονται κι άλλοι με την ώρα.
Αφηρημένη κάποια γυρνά και τους κοιτά―
τότε, ασυναίσθητα εντελώς, αναστενάζουν!
σε ταβέρνες
επιστρέφοντας
Σβώλου-Ροτόντα και πιο πάνω
―εκεί που είσαι ήμουνα―
Σβώλου-Ροτόντα και πιο πάνω...
Αργά αργά αλλά σταθερά
Συθέμελα ως τα βάθη τρίζει
Παλιά φαντάσματα ξυπνά.
Τους ζωντανούς δε συμπαθεί
Με ένα τεράστιο μαύρο πέπλο
Έχει τυλίξει τη βροχή.
Καταβροχθίζεις τους πεζούς
Καταβροχθίζεις τους διαβάτες
Καταβροχθίζεις τους νεκρούς.
είναι κλειστό, παρατημένο εδώ και χρόνια.
Αραιά και πού κάνας περαστικός
στέκεται και κοιτάζει με συμπόνια
αφήνοντας για μια στιγμή τα ψώνια
στο σκαλοπάτι που δρασκέλιζες μικρός
και τώρα το διαβαίνουν τα τελώνια.
δυο γάτες ψάχνουν στα σκουπίδια
διασχίζω όλη την πόλη κάθετα
τα βήματά μου πάντα ίδια.
(οικείο κι ασφαλές τοπίο…)
μετρώ περίπτερα φαντάσματα–
κάποτ΄ εδώ νεκροταφείο.
ξυστά στο πάρκο του Ξαρχάκου
ρίχνω ένα ευρώ στο συντριβάνι του
να ΄ναι όπως πριν... αλλά του κάκου!
Πάνω από κάστρα
Μελίσσι ανέργων
Έργων παρέργων.
Ριγμένα πλοία
Σε συγχορδία
Στην προκυμαία
Σαν χτες, πιο νέα.
Μα, αιώνια για ‘μένα πόλη!
Και πόλη αιώνια αδικημένη
Μένεις θλιμμένη·
Και πόσο όμορφη…
Μισή γδυτή, μισή ντυμένη.
παρατηρώ τον κουρασμένο ίσκιο μου
ξαπλωμένο στις πλάκες του πεζοδρομίου.
Στο τέρμα της Ευαγγελίστριας
κρυμμένο πίσω από τους θάμνους
ένα μνημείο εκτελεσμένων
για να θυμίζει την Αντίσταση.
Φλερτάρουν με βραχείες λίστες
Λίγο πολύ, γνωρίζοντ' όλοι...
Διαγωνισμοί, φουκαραδάκια
Μεγαλοεκδότες εν Αθήναις...
Σφαγμένοι, θύματα και θύτες
Σινάφια της Θεσσαλονίκης...
Στα κουδουνάκια και στα ντέφια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου