«Η Θεά» είπα, «Η Θεά Δήμητρα»,...
εξακόντιζε μόνιμα
την τρυφερή υπερβολή του,
ο Μόσχοβας,
για να πλήξει καίρια, υποτίθεται
τη σεβάσμια Κόρη,
που κρατούσε ως ασπίδα της την αιδώ!
Μορφή χιμαιρική, politically correct,
βαθύσκιωτη και φωτεινή συνάμα·
τα χείλη της -αντεστραμμένες βαρκούλες-
φτιαγμένες από χρυσό κάστανο,
και λίγο πιο πάνω η χαμένη νοσταλγία της Αρτεμης
το ακριβό δάνειο των ματιών της.
Οικεία άλλοτε- «ημέρα»,
όταν ταξιδεύει στους άλλους
και ξεκουράζεται·
«αγροτέρα», όταν αφήνεται στον οίστρο
και το βελούδινο κοχύλι
της κοιλιάς της,
γίνεται τόξο της κολχίδας και μυστικό πέρασμα
στα λάγνα ενδιαιτήματα
της Ιππολύτης και της Μολπαδίας.
Αμαζονικές συγχορδίες
ακούσματα
από τη ραψωδία
του αργυρού μισοφέγγαρου
που υψώνει το κύπελλο
με την πικρή χρυσόσκονη
του Γαλαξία
και απονέμει τη Δικαιοσύνη·
ως κόρη του Μίνωα
και του Αιακού,
ως παντοτινή σύντροφος
του Ροδάμανθη
ταγμένη για πάντα στη θαλασσινή αρμονία
των Ηφαιστείων.
Της ψυχής μου, η δεύτερη χορδή·
της φαντασίας μου
ο μόνιμος διάλογος·
στο χρώμα
από σκούρο μπλε κοβάλτιο
και αργυρό υδράργυρο!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου