του Ηράκλειτου και του Δημόκριτου, την Δόξα του Λεωνίδα και του Περικλή,
της Παναγιάς, την οικειότητα του ατείχιστου ουρανού,
το κάλεσμα της πάναγνης βροχής,
και τις αφόρητες πληγές του Μακρυγιάννη,
τον αμνημόνευτο τόπο…
μια μπουκιά ψωμί να μας δώσει ν’ αποζήσουμε,
μήτε μια σταγόνα βρόχινου νερού να σβήσουμε τη δίψα μας…
και θα διαβούνε οι βάρβαροι…
Για να λεηλατήσουν του ήλιου το φως, για να τρυγήσουν
τα λιόδεντρα και τ’ αμπέλια, για να εξορίσουν την ελπίδα
και τα όνειρα…
ν’ αντισταθεί… Και τα παιδιά, γυμνά, θα τριγυρνάνε
μέσα στα χαλάσματα γυρεύοντας μια σπίθα αληθινής φωτιάς…
Και θα ‘ναι δούλοι αλευτέρωτοι σε μια παρηκμασμένη πολιτεία,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου