Ώρες καθηλωμένος στην καινούργια πολυθρόνα,
με βλέμμα απλανές ρεμβάζεις τον παλιό ανθώνα
κι απορείς πώς βγήκε από τέτοια στρεβλή ρίμα
κι ακαθόριστη διάθεση ταξίδι με τ' αγέρι πρίμα,
αναίτια πάντως, μια περιπέτεια
ξεχασμένη - τι θέλει τώρα πια και επιμένει;
Εσύ να κάθεσαι στις φτέρνες με την κλαρωτή
φούστα σου στα φωτεινά σου γόνατα, καμαρωτή
στη σιωπή τής ώρας -καλοκαίρι-,
απλώνοντας τελετουργικά τ' αβρό σου χέρι
ν' αγγίξεις της μοίρας τ' ανοιχτό λουλούδι
λεπτό και τρυφερό σαν το δικό σου χνούδι,
κι εκείνο να γίνεται ρυθμός και μουσική
άσμα ερωτικό, να πεταρίζει γύρω σου - εδεμική.
Έφυγες κι αδειάζει ο κόσμος, σβήνει,
σε παίρνει ο χρόνος στα φτερά του, αφήνει
στη θέση σου το απόλυτο κενό
για να σε βλέπω και αιώνια να θρηνώ.
Στ' απύθμενα βάθη έχω απομείνει,
τώρα που έφυγες εσύ απ' τη σκηνή.
Ήταν για μένα η βαρύτερη ποινή,
η πιο επιτυχής αποτυχία
δίχως αποδείξεις και στοιχεία
παρά μόνο ότι ο ουρανός είναι πια μακαρίτης
κι έχουν σβήσει τ' άστρα κι ο αποσπερίτης
κι έμεινα ξεσκέπαστος μες στα κρύα χάη
όπου μόνο ένα σκυλί γρούζει κι αλυχτάει.
Και βέβαια ήθελα κι εγώ να σου πω
τον καημό μου,
όμως κανένας στίχος δεν εκφράζει
το ρυθμό μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου