τα κεραμίδια της κεφαλής μου αφήρεσε
τη βροχή άλλο δε φοβάμαι.
Τα βάσανά μου ο γιος μου έκλεψε!
Σαν πέσει η νύχτα
και οι φωνές σωπάσουν
το ψίθυρό σου έρχεται
με σύννεφα κόκκινα ντυμένο
και μου μιλά για τα όνειρα
που σου ’κοψε με το σπαθί
η Άτροπος μια νύχτα.
Κοιμήσου παλικάρι μου
στη δύση του φεγγαριού
η μάνα σου στην κλίνη σου
σεντόνι μεταξωτό υφαίνει
με δάκρυά της το κεντά
το δαντελοστολίζει.
Εγώ ανήμπορος, γέρος και θνητός
θα περιμένω…
τα κεραμίδια της κεφαλής μου αφήρεσε
τη βροχή άλλο δε φοβάμαι.
Τα βάσανά μου ο γιος μου έκλεψε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου