βυθίστηκα ξανά σ’ ένα χορό
μακριά από τις κινήσεις των ανθρώπων
τα σώματά μας ένα δυο τρία κατακόκκινα χάδια
το δέρμα μας ένα δυο τρία λόγια ολόφωτα
τα δάχτυλα δεν ξέρουν από πολιτισμό
μονάχα την ευγένεια της γέννας
μονάχα τη βαρβαρότητα του θηλασμού
κι έχει περάσει ήδη το ένα τέταρτο της μνήμης
που παρελαύνουν μπροστά μας τα Ανθρώπινα
κι όταν θα πάψουν κι αυτά να μας ονειρεύονται
τότε ίσως να’ χουμε νικήσει
τότε ίσως να’ χουμε καταφέρει το Ανείπωτο
τότε ίσως ο νεκρός κι ο άλλος του θάνατος
μ’ ένα μεγάλο ήσυχο μαχαίρι να μας σκοτώσουν
σημαδεύοντας προσεχτικά τα χέρια μας
αναζητώντας εκεί αυτό που εμείς βαφτίζαμε στερέωμα
πριν καν ακόμα ο κόσμος αυτός μοιραστεί
σε τόπους σε ονόματα και σε ήρωες
σ’ αυτά που ξέρουμε
σ’ αυτά που βλέπουμε
και στα άλλα
που κοιτάμε
κι όπως συμβαίνει συχνά σε τέτοιους φόνους
θα στριγκλίζει η σελήνη τ’ όνομά σου
θα στριγκλίζει στ’ όνομά σου τ’ όνομά μου
θα στριγκλίζει στ’ όνομα μου επάνω ολομόναχη
μια δαγκωμένη γήινη σφαίρα
κι η πιθανότητα μιας ειπωμένης Άνοιξης
μιας Άνοιξης επόμενης
βυθίστηκα λοιπόν ξανά σ’ ένα χορό
μια τέτοια νύχτα, αργά,
συναντηθήκαμε
σαν να έπρεπε κι οι δυο μας
να απαντήσουμε σε κάτι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου