να πατήσει,
να αναρριχηθεί μέσα μου.
Έπλασα ξεφτισμένα όλα τα σχοινιά,
οξειδωμένο κάθε κρίκο,
για ν' ανθοφορούν ταξίδια
μια και
ΕΙΜΑΙ ο ηδυπότης των σχισμένων ορίων
ο προγραμματισμένος των προσκλήσεων
το απ' τη μήτρα έρμαιο-λάτρης τους
ο δεξιοτέχνης διαιτητής τους
καθώς
αν πάρουν ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ να γέρνουν
από τη μια πλευρά του ταξιδιού,
ως εθισμένος πλους ακτογραμμής,
κίνδυνος να χαθούν ή να ψευδορκήσουν
οι ρεμπαλδικές τουλάχιστον πόρπες που μας πρέπουν
και που εύστοχα Άγριοι εμείς,
δυνατοί,
φορούμε και καρφώνουμε!
και κάθε πού παντού!
ΗΔΗ, περνώ τον πόνο κομποσχοίνι στον καρπό μου
και κομπολόγι στα χέρια μου η ηδονή
μια που λέω Όχι στα χείλη σου,
στην ορυγματική τους γεύση,
που απουσιάζω
απ' τη σιελώδη δερματοστιξία της γλώσσας σου
που ομνύω μόνο στον Απόπλου
–αταλάντευτος παιγνιολάτρης–
ώστε το απόθεμα του παιγνίου και του κομπολογιού
να σκάσει ΖΩΗ στα πρόσωπά μας
ή στα... μούτρα μας,
όταν θα έχει συντελεσθεί η τωρινή μαεστρία
θα είναι το ΑΚΑΡΙΑΙΟ
που θα σοδιάσει
Το χωρίς αιδώ
Χωρίς σκέψη
χωρίς κάλυψη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου