στην Αθήνα μέσα στο πλοίο.
χλωμές οι αγκαλιές της γης
τρέμουν της ακρογιαλιάς τα χείλη.
Κατέβη ο ήλιος τ' ουρανού
και μεσ' στο λάδι του γιαλού
γένηκ' απέραντο καντήλι.
Στάθηκε η βάρκα και κοιτά
τα δυο κουπιά της απλωτά
φαντάσματα λες που σαλεύουν
μέσα στους ίσκιους, μεσ' στα νερά
όπου χάθηκαν τα όνειρα
και τα γυρεύουν.
Καημοί διαβήκανε καημούς
καιροί διαβήκανε καιρούς
τώρα η ζωή διαβαίνει.
Χάιντε, βαρκούλα μ' ακριβή,
απόψε μέλι το κουπί
σε θάλασσα θλιμμένη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου