Επαψα να προσεύχομαι. Εχω σωθεί.
Επαψα ν' αγαπώ
μέσα απ' το σώμα μου έχω περάσει.
Είμαι το παιδί που δεν άντεξε
το ερήμωνε η ευρυχωρία, θα διηγούνται.
Οταν μεγάλωσε έβρισκε
πως μοιάζει ο έρωτας με πανικό.
Ξάπλωνε στο χιόνι και μετρούσε τι πολλά φώτα
έχουν τα σπίτια όταν τα κοιτάζεις απ' έξω.
Για στοιχειώδη ανάπαυση άφηνε
να της αποσπούν τρομαχτικές δωρεές
πανδοχείς τρίτης κατηγορίας. Εντούτοις
στο τελευταίο της γράμμα έδειχνε καλά
μιλούσε για αεροπορικά εισιτήρια
και επιστροφή στα ήπια κλίματα.
Μάθαμε όμως από τρίτο
πως στο μεταξύ αρρώστησαν τα μάτια της.
Εβλεπε παντού λέπια, δεν μπορούσε
να ξεχωρίσει τους συγγενείς της.
Αρνιόταν να ρωτήσει περαστικό
τι γράφουν οι πινακίδες στους δρόμους.
Αρχισε να φέρνει κύκλους
σαν γλάρος παγιδεύτηκε στην ακροθαλασσιά
μύρισε αλάτι, ξεγελάστηκε, είπε:
«Εδώ τελειώνει ο κόσμος!» Οταν άκουσε
τα κοχύλια να της μιλούν όλα μαζί
τα πήρε για χτυπημένα παιδιά
τα σήκωσε στην αγκαλιά
άρχισε να τρέχει πάνω στα νερά
να φωνάζει «βοήθεια!».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου