Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2021

''ΤΕΜΠΕΛΙΓΚ Το ξωτικό που όλο βαριόταν'' (σε γραφή Braille) της Λυγερής Ζωχιού

 



''ΤΕΜΠΕΛΙΓΚ

Το ξωτικό που όλο βαριόταν''

(σε γραφή Braille)

(Λιγα λόγια για την έκδοση αυτή)

 

O Tεμπελίγκ ...

 

Ένας μικρός παραμυθένιος ήρωας ανάμεσα σε τόσους άλλους του χάρτινου κόσμου των παραμυθιών που πάντα γεννιούνται για να μας πουνε τις δικές τους ιστορίες και να μας μεταφέρουν τις ιδέες τους, τα όνειρά τους και να μας ταξιδέψουν.

 Ο Τεμπελίγκ λοιπόν σκέφτηκε πως θα ήταν μιά όμορφη ιδέα να ταξιδέψει την μικρή του ιστορία και στα παιδιά που μπορούν να τον γνωρίσουν και να τον αγαπήσουν με τον δικό τους ιδιαίτερο τρόπο.

 Μέσα από την γραφή Braille ο Τεμπελίγκ θα γίνει φίλος τους και θα μπορούν να παίξουν μαζί του με το Παιχνίδι Mνήμης με κάρτες που συνοδεύει την έκδοση αυτή καθώς και να ακούσουν την ιστορία του μέσα απο το CD που συνοδεύει την έκδοση επίσης.

 Μου έδωσε μεγάλη χαρά η προσπάθεια αυτή καθώς και το αποτέλεσμα της.

 Ευχαριστώ πολύ την Eθνική Ομοσπονδία Τυφλών για την βοήθεια στην πραγματοποίηση αυτής της έκδοσης.

 

Η συγγραφέας

Λυγερή Ζωχιού

 

[ Μὲς στὸ μισο·ύ·πνι] / Μασμανίδης Ιωάννης

 Μὲς στὸ μισο·ύ·πνι

ἀδιάκοπα χτυπήματα
στὴν πόρτα
Ποιὸς νὰ εἶναι ὁ λόγος
αὐτῆς τῆς ἀνυπομονησίας
Ποιός χτυπᾶ
Δὲν ὑπάρχει κανεὶς οὔτε κἄν
καμιά ἀνάμνηση ζεστὴ νὰ ἀνοίξει
συρρικνώθηκαν βουβάθηκαν ὅλες
συντρίφτηκαν στὸ πατημένο χιόνι
κι αὐτὲς
Ποιὸς νὰ εἶναι
Οἱ ἄνθρωποι ἐξακολουθοῦν
καὶ πεθαίνουν
ἀδάκρυτοι μόνοι
Πίσω ἀπὸ τά γυαλιὰ ἀπὸ σκελετὸ ταρταρούγα
μιὰ ποταπὴ ἀπόγνωση μόνο βλέπω
Λὲς αὐτὴ νὰ χτυπᾶ
ἀδιάκοπα χτυπᾶ τὴν πόρτα
μπορεῖ σὰν ἑλικοειδὴ γραμμὴ καταχνιᾶς
ἤ σὰν διακεκομμένη γραμμὴ καπνοῦ
ἐκείνη ἡ μισοπεθαμένη ἀνάμνηση
ξώπετσα τὴν τελευταία σύσπαση νὰ ἀπόθεσε
στὴν πόρτα
τὴν μισοπεθαμένη ἀπόγνωση
μπορεῖ ἐκεῖνος ὁ κρατημένος βαθιὰ μου
λυγμός
ἀπὸ τὶς ἀναπόφευκτες μικροβλάβες
νὰ βρῆκε λασκαρισμένη τὴν πόρτα καὶ
ἀπὸ τὶς χαραμάδες τῶν χειλιῶν
βγῆκε
ἴσως πάλι γιὰ νὰ πάρει τὸ πακέτο
μὲ τὰ τσιγάρα του ὁ λυγμὸς ἐκεῖνος
ἔψαξε περίπτερο ἀνοιχτὸ καὶ δὲν βρῆκε
βγῆκε
χτύπησε τήν πόρτα
ἄνοιξα

**ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΦΑΤΝΗ** Δημήτ.Ξύστρα


Στα αδέσποτα.
Φιλαράκι που πας
με' στη νύχτα,
με βρεγμένη βελέντζα
τη βροχή δεν φοβάσαι,
χαμηλόβλεπα μάτια,
ποια ψυχή σου έχει κάνει
τη ζωή σου ρημάδια.
Τα αθώα σου μάτια
στη ψυχή μου κοιτάζουν
μου προτείνεις το χέρι
και η καρδιά μου σκιρτά,
δίχως σπίτι κι' αφέντη
ποιοί σ' εξόρισαν τώρα
και μονάχο σ' αφήσαν
τ' ουρανού συντροφιά.
Πλάσμα υπέρτατο μοιάζεις,
ταπεινό σαν τη φτώχεια
μπρος στην άσκεπη μοίρα,
του Θεού είσαι μέλος
και της πλάσης φροντίδα
όμως τώρα ποιόν νοιάζει
αν πεινάς κι' αν διψάς.
Εργαλείο δεν είσαι
έχεις νόηση και γέλιο
και στ' αθώα σου μάτια
τη ψυχή σου κρατάς.
Την ψυχή που δεν είχαν
και γι αυτό σε πετάξαν
στων ανέμων την τύχη...
να ζηλεύεις τη ζέστα
την φροντίδα των άλλων
μες τους δρόμους αλήτης
μοναχός να γυρνάς.
Απο φόβο γαυγίζεις
στην υπέροχη νύχτα
και χωρίς προσκεφάλι
το φεγγάρι κοιτάς.
Της απάρνησης μοιάζεις
ξαγρυπνάς για το χάδι,
του Χριστού το στεφάνι
στο κεφάλι φοράς.
Η κατάρα θα δώσει
προς τη μοίρα
και σ' όλους,
με τη γνώση γροθιά,
για να δούνε τριγύρω,
που γυρεύεις μονάχο
του Χριστού την ελπίδα,
που γυρεύεις μια φάτνη
της ψυχής σου φωλιά.
Ώχ... αλίμονο φίλε
της καρδιάς το μαράζι
άμα γίνει κραυγή
του θεού η κατάρα
θα δαγκώσει τη γη.

Κώστας Τσιαχρής / Εικονικός πνιγμός


Κάθε φορά που σε απειλούν με εκείνο
το "όλα τα γνωρίζουμε για σένα "
Έτοιμοι με τον κουβά και την πετσέτα
Όταν σε βρίσκουν με τον δισταγμό
να παίρνει κλίση προς το Θέλω
Και το Θέλω μπαίνει και σαρώνει
τα άθελά σου
Κι αν είσαι πάλι ένα βήμα πριν
απ' το απεταξάμην
Μη νομίσεις ότι εκεί τελειώνουν όλα
Δίχως να ξεράσεις την αληθινή φωνή σου
Θα σε δέσουν χειροπόδαρα
Με το κεφάλι προς το χώμα
Θα πονάς θα μπαίνεις όλος
καταμέσα στην ανάκριση
βασανιστήριο όλος
όλος βογγητό
Και μέσα στον υποτιθέμενο πνιγμό σου
θα φαντάζεις παρομοίωση νεκρού
που ακόμη συζητά τις λεπτομέρειες
του επικείμενου θανάτου του

ΟΝΕΙΡΙΚΟΝ / Αντώνης Χρ. Περδικούλης

 ΟΝΕΙΡΙΚΟΝ

Ηχώ του απείρου ζήτα χείλη
νύχτες να πιούν το στοχασμό σου
το ρίγος πριν σ’ εγκαταλείψει..
Αφή του ονείρου νοιώσε μέθη
χαρές να κυνηγούν τη θλίψη
μοίρες ξανθιές που σε διψάνε…
Αντώνης Χρ. Περδικούλης
Θέρος 2021
απο την ενδέκατη--εν πλω--συλλογη
“Λυρικα Ποιήματα”

Κόκκος άμμου / Κτενά Ρούλα


Μπερδεμένη η ζωή
τρέχει μήπως προλάβει
Το ποτάμι του χρόνου
άγριο άτι καλπάζει.
Σε γρανάζια μπλεγμένη
ρολογιού κουρδισμένου
σαν αράχνη που υφαίνει
υφαντό δίχως χτένι.
Χρόνος άχρονος φεύγει
κόκκος άμμου γλιστράει
η ζωή λαχανιάζει
στο ταψί μας χορεύει.
Φίλε χρόνε θυμήσου
μιά ψευδαίσθηση είσαι
η ζωή ένας κύκλος
άλλος θά 'ρθει κουνήσου!
Κτενά Ρούλα

⫷ στάθηκα αγνάντια στους καιρούς ⫸Σοφίας Θεοδοσιάδη


Στάθηκα αγνάντια στους καιρούς
χρόνους τους ονομάζανε
εις την ψυχή μου αγνάντια εστάθηκα
σμίλεψα παραμύθια
χωρίς ψεγάδια..ατόφια γλυκερά
τι κι αν επαραμόνευαν οι δράκοι εις τους δρόμους..
κι από νωρίς μέτοικος χρίστηκα του φεγγαριού
έψαξα μουσικές που δεν ακούστηκαν στη Γης..
τις βρήκα εις τα βάθη τα εντός μου
κι εχόρεψα μονάχη μου
με μέθυσαν ζεϊμπέκικα
εσπάγαν τα ψεγάδια μου στα βήματα
με κράταγαν ορθή.
Μη σπας ψυχή μου
οι χρόνοι μας ακολουθούν
σαν ο αγέρας που γεννάς
στα πρύμα τους πηγαίνουν..
ίσως και να σκορπίσουν στον ορίζοντα μακριά
το αιώνιο παράπονο του κόσμου.
⫷ στάθηκα αγνάντια στους καιρούς ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη

Χωρίς Γη / Μανέτας Γιώργος


.
.

Με καράβι στοιχειωμένο ταξιδεύουμε και πάμε
μέσα σε άγνωστα πελάγη ξένου κόσμου αλαργινού,
με δυσδιάκριτη σημαία σ’ άλλα σύμπαντα περνάμε
αγναντεύοντας τ’ αστέρια κάποιου αλλοτινού ουρανού.
.
Διάσπαρτα νησιά και τόπους διερευνούμε στο σκοτάδι
δίχως να γνωρίζουμε άλλο παρά η τύχη πού μας πάει,
κι όσο βέβαια θέλει ακόμη της ψυχής μας το ένθεο λάδι,
ζωντανούς για να μας έχει και να μας φεγγοβολάει.
.
Πίσω η Γη σκούρα φαντάζει καθώς σβήστηκε για πάντα
κι ήταν η έπαρση του ανθρώπου που μας έφερε ως εδώ,
να γυρεύουμε άλλους τόπους το έτος δύο χιλιάδες τριάντα
δίχως μι' άνοιξη με τ’ άνθη που χαιρόμουν να μαδώ.
.
Δίχως θάλασσες και κάμπους και χωρίς πια την πατρίδα
θα 'ναι ανώφελο ταξίδι κι η χαρά μας λιγοστή,
δίχως συγγενείς κι αδέρφια πώς μη νιώσεις αν η ελπίδα
μέσα στις καρδιές δεν θέλει να τσακίσει σαν κλωστή.
.
Όλα μάταια μας φαντάζουν κι έτσι που ο καιρός περνάει
μόνη θύμηση και εικόνα, της ιαχής ο αλαλαγμός...
Δίχως ήλιο, δίχως τόπο, δίχως πού η χαρά σκορπάει:
Ευτυχής όποιος δεν είδε πώς της Γης ήρθ' ο χαμός.
.
..............................................................
.
Κι έτσι πια λίγοι και μόνοι σ’ έναν άγνωστο κινούμε
κόσμο, αταίριαστο στα μάτια τα δικά μας, θλιβερό,
και στο ατέρμονο ταξίδι βάρδια τ’ άπειρο ερευνούμε
λάμνοντας, μ’ ένα καράβι ρημαγμένο απ’ τον καιρό.
.

ΤΟ ΧΘΕΣ / ΔΕΣΠΩ ΠΗΛΑΒΑΚΗ


Πέφτει η βροχή σαν βάλσαμο
κι αγάπη στην καρδιά μου
και με οδηγά γλυκά γλυκά
στα χρόνια τα παλιά μου.
Τότε που δίπλα στη γιαγιά
άκουγα παραμύθια
και δεν με πήγαινε ο νους
στην άσχημη αλήθεια.
Το τζάκι εσκαλίζαμε
ήταν ζεστό το σπίτι
και της κουζίνας μυρωδιές
μας τρύπαγαν τη μύτη.
Καλοί καιροί, αξέχαστοι
είναι η δύναμή μας
οι θύμησες μας οι ζεστές
γαλήνη στη ψυχή μας.
Είχαμε αγάπη και χαρά
εις τα φτωχά χωριά μας
μπαλώματα στα ρούχα μας
πλούσια τα όνειρά μας.
Μακάρι να ερχόντουσαν
κείνα τα χρόνια πίσω
και τα καλά του σήμερα
στο χθες να τα αφήσω!

Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2021

Δημήτριος Μουζάκης / Ποιήματα

 Ι.

Μια εκκλησία των αθέων
πάνω στο βουνό
γέμισε ανθρώπους που
θέλουν να προσευχηθούν.
Εκκλησιάζονται οι άθεοι
μα δεν ακούει κανείς.
Ζητούν, παρακαλούν, υπόσχονται
οι άθεοι
σα να μην τους νοιάζει του Θεού
η ανυπαρξία
σα να λυτρώνονται απ’ τα βάσανα
απλώνοντας το χέρι για βοήθεια.

ΙΙ.
Χίλιοι θεοί μέσα στο σούπερ μάρκετ
ενοχικά ψωνίζουν τα εδέσματα
των Χριστουγέννων.
Μια τσιγγάνα ξαπλώνει έξω από τη τζαμαρία
χαμογελαστή που δε χρειάζεται
να πάει στη δουλειά
όταν ψωνίζουν οι θεοί της ενοχής.

ΙΙΙ.
Φέτος δε θα ρίξουμε
χαρτονομίσματα στη φάτνη.
Η κυβέρνηση κατήργησε το χρήμα
πλέον ξοδεύουμε με κάρτες.
Ο Ηρώδης δε σφάζει πια τα νεογνά
μόνον αγρίως φορολογεί
τα δώρα των μάγων.

ΙV.
Σαν τρομοκράτης που αυτοκτονεί
για να πάει στον παράδεισο
ζει ο άνθρωπος.
Όσα δεν ξέρει είναι μια ξύλινη κάσα
που δε θα δει ποτέ.



πηγή: http://www.poiein.gr/

Νέοι κώδικες / Πανταζή Βασιλική


 

Σε καμβά πολεμικό

απλωμένες

οι μέρες διαβαίνουν.

 

Ενεργά ηφαίστεια

οι σιωπές  μας.

Σπασμένα δευτερόλεπτα

τα βλέμματα.

Όχλος φυλακισμένος τα χαμόγελα.

 

Νέοι κώδικες επικοινωνίας

σκορπίζουν σκηνές

βουβού κινηματογράφου.

 

Τα μάτια πληκτρολογούν

τα ανείπωτα.

Γδαρμένες παλάμες οι ώρες.

 

Τα σημάδια γεύσεις αόρατες

τρυπώνουν παράνομα

 

θωπεύουν τους σχεδιασμούς

των ανθρώπων.

Η ΣΤΙΓΜΗ / Φιστουρής Αχιλλέας


 

Η στιγμή αιωρούνταν

ανάμεσα στα λιθόκτιστα

του ερειπωμένου μοναστηριού

φτάνοντας μέχρι τις όχθες

του παρακείμενου ποταμού.

 

Αχνόφεγγο το πρώτο φως

έσπρωχνε τις μνήμες

που αιωρούνταν ολόγυρα.

Μα το φως όσο κι αν δυνάμωνε

δεν έκρυβε τα ανεξίτηλα χνάρια

που άφησε ξέπνοα ατημέλητα

η  αέρινη  περιδιάβαση.

 

Αλλά όταν το σκοτάδι απλωθεί

και τ’ αστέρια ξεπροβάλλουν

μες στην απόλυτη σιγαλιά,

οι μνήμες  ερωτοτροπούν

και μακρινές απόκοσμες φωνές

θυμίζουν ξεχασμένες μορφές.

Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2021

[ Σὰν νὰ μὴν ἔχω ζήσει κὰν] / Μασμανίδης Ιωάννης

 Σὰν νὰ μὴν ἔχω ζήσει κὰν

ἄσκοπες μονήρεις ἐλπίδες
στή νοσταλγία μὲ ἀποκοίμησαν
σὲ τόσες μέρες σὲ τόσες νύχτες σιωπῶν
συνένωσαν τοὺς κρύους χειμῶνες μου
στὸ ἀτελὲς τους μὲ σμίλεψαν
ἔμενα τότε καὶ τώρα θαρρῶ πώς μένω ἀκόμη
σὲ ἕνα μισοσκότεινο πνιγηρὸ δωμάτιο
μὲ ὅλα τὰ παντζούρια κλειστὰ σφαλισμένα
γαλήνιου κόσμου
ἀνυποψίαστης ἀπόγνωσης
ζωὴ δὲν πρόλαβα μικρὲς στιγμὲς της μόνο
ἐπιστεγάσματα ματαιοδοξιῶν
φυσαλίδες χαρᾶς μυρωμένης
νὰ προδοθῶ μόνο πρόλαβα πολλὲς φορὲς
σὲ ψεύτικες ἱκεσίες
λόγια ἀγάπης- ματωμένα καρφιὰ
σὲ κούφια προσχήματα- προσωρινῆς μέθης
ἀναλώθηκα
ἀμετανόητα ἡττημένος μὲ ἄψυχη ἐλπίδα
σὲ λειμῶνες μὲς στὸ κρύο
ἕνα κομμάτι πάγου ἔμεινα
Τί εἶναι ἡ ἀλήθεια ἄραγε
καὶ τί ἡ ἀλήθεια τοῦ καθενὸς
τὰ βήματα τῆς λογικῆς τί εἶναι τελικά
ἡ ἐρημιὰ ἄσπρο σάβανο τὰ δείχνει ὅλα ἀλλιῶς
κόμπος δένεται στὸ λαιμὸ μου
μαζεύεται στοὺς κρυμμένους στίχους μου
καρπίζει δάκρυα κρυφὰ ἀθόρυβα νὰ ρέουν
θορυβεῖ ὁ νοῦς μου ἀκατάπαυστα
ἔξοδος δὲν ὑπάρχει πουθενὰ
ἀλλὰ μόνο ἡ χαρτογράφησή του
δὲν φτάνει κι αὐτὴ καθόλου δὲν ὠφελεῖ
ὅλα ὅλα τῆς φθορᾶς ἀνήκουν
ὅλα
μακρόσυρτος κρυμμένος ἦχος ἀπόγνωσης
Ποῦ πῆγε ἡ ζωὴ μου ρωτῶ
τὸ νῆμα χάνω τὸ μέτρημα ἀφήνω
πλασμένος μέ τὴν ἐλευθερία τῆς ἀνημποριᾶς
ταξιδεύω
τὸ τέλος προδιαγεγραμμένο ἀναδύεται
ἀφήνει ἀνέπαφα τὰ χείλη
κάθε μου ὄνειρο στὴ νύχτα κρύβει
Ὀξυγόνο νά βρῶ φωτιὰ θρυμματισμένη ἔστω
τά χέρια νά πυρώσω λίγο
ὅλα ματώνουν
ἀγνοώντας τὸν ἀρχιλογιστὴ χρόνο
ποὺ πάντα κερδίζει τὸ παιχνίδι
ξεγυμνώνει εἰσπράττει
Ἄραγε ἀκόμη
μπορεῖ ἡ ψυχὴ τόση ἀπογύμνωση
τόσο πηλὸ πῶς νὰ ἀντέξει
μέσα στὸ πένθιμο μισόφωτο
θαρρῶ πώς δὲν μπορεῖ
ὄχι

Απροσεξία-ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΤΡΙΑΝΤΗΣ


Μα αιώνες τώρα κανένας
δεν πρόσεξε τα
δάκρυα των μάγων,
σαν αντίκρισαν τα βασίλεια
και τις ολόσωστες αυλές τους
σάπιες να πέφτουν,
μαζί με τα φτερά
και τα σώματά μας.

ΜΕ ΔΙΔΑΞΑΝ / Πέτρος Τσερκέζης


Στη ζωή με δίδαξαν οι σοφοί και οι τρελοί
Μου δίδαξαν την πίστη οι ονειροπόλοι και οι άπιστοι
Αυτοί που κατεβάζουν τη σελήνη στα μπαλκόνια
Κι αυτοί που χτίζουν γέφυρες στον αέρα
Η γιαγιά μου η σοφία του ιδρώτα που φύτευε εύοσμο βασιλικό
Στις γλάστρες των ονείρων και στα παρτέρια του φεγγαριού
Και οι παππούδες μου που καλλιεργούσαν αμπελώνες
Κλάδευαν την ασημένια κληματαριά των άστρων
Και έστρωναν το τραπέζι του γλεντιού
Με τη φλόγα του οίνου και το μπαρούτι της ψυχής τους
Με γέννησε η ευκαρπία στο έδαφος των χεριών
Και θήλασα το ρόδινο φως στα μάτια της αγάπης.
Με δίδαξαν εκείνοι που μαχαίρωναν την ελπίδα
Εκείνοι που έσπειραν το σπόρο του μίσους
Και δεν πίστευαν πως θα ήμουν τόσο δύσπεπτος
Και από το αθώο αίμα
Θα άνθιζαν οι μαργαρίτες και τα τριαντάφυλλα της άνοιξής μου
Μου φυλάκισαν την πατρίδα, με φίμωσαν
Και μου στέρησαν τη θάλασσα των ταξιδιών
Ωστόσο εγώ είχα δημιουργήσει μια περίλαμπρη Αργώ
Ήμουν ο σωτήρας και ο ναυαγός
Στα μεγάλα ναυάγια του αιώνα
Με δίδαξαν το κομμένο αυτί του Βαν Γκογκ
Και μια Αφροδίτη με σπασμένα άκρα
Με δίδαξε το σκληρό ψωμί του πόνου
Η σπασμένη λύρα του Ορφέα και οι κεραυνοί του Δία
Με δίδαξε η μυθολογία της πέτρας και η περηφάνια του όρους
Πάνω στην οποία βλάστησαν τα κύτταρα μου
Με δίδαξαν τα πουλιά της θύελλας κι ένα λουλούδι στο βράχο
Βράχο το βράχο σκαρφάλωσα
Στα κακοτράχαλα μονοπάτια του χρόνου
Σκαλί το σκαλί έφτασα στο βάθρο της παλικαριάς
Ν’ αγκαλιάσω τον ήλιο.
Μ’ ένα ξύλινο άροτρο από την ιερά φηγό
Όργωσα τα χωράφια μου
Και με κονδύλι πίσω από την αμπαρωμένη πύλη
Έγραψα το τραγούδι μου
Στις αέρινες πεδιάδες του κλαρίνου
Με δίδαξαν εκείνοι που τους πλήγωσαν τα πόδια του χορού
Που είχαν λαμπάδα την ψυχή
Και λαμποκοπούν με την ευρύνοια του πνεύματος
Σπαθί στις καταιγίδες
Με δίδαξε η ευοίωνη ευγένεια του θεού της καλοσύνης
Με δίδαξαν το άλογο και ο σκύλος, η αλεπού και ο λύκος
Με δίδαξαν…
Πέτρος Τσερκέζης
Από τη συλλογή «ΑΓΑΠΕΣ ΚΑΙ ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ»

''τα Χριστούγεννα της Ροδένιας'' / Θεοδοσιάδη Σοφία



Από μικρό σαν ήμουνα παιδί..το ονείρεμα ήταν μαγικό..γιατί μπροστά στην παραστιά..στη θράκα του σπιτιού μου..τα βήματα της σκέψης μου με φέρνανε..στον φτωχικό ξενώνα της Μαριάμ και του Ιωσήφ..εκεί που ανύποπτα γεννιόντανε της Οικουμένης το μωρό..του σύμπαντος το Θάμα. Αποβραδίς ελέγαμε τα κάλαντα..μου αγόραζαν καινούρια παπουτσάκια οι γονιοί μου..παλτό ζεστό για να ζεσταίνομαι..κι έφτιαχνε πάντα η μάνα μου με τα χεράκια της γλυκά..Και καθώς εμεγάλωνα και με αγκάλιαζε η παγωνιά..μου τρύπαγε το νου μου το αγιάζι..στη φαντασμαγορία και τη λάμψη της γιορτής..αδιέξοδες οι σκέψεις μου τα βράδια.. επέμενα.. αμετανόητα εσυνέχιζα τα Χριστούγεννα να αγαπώ..αγγίζοντας τις νότες του μικρού τυμπανιστή..που είχαν καταλαγιάσει ελπιδοφόρα στην ψυχή μου..Μπορούσα τώρα να σκεφτώ σοφά..να επιστρέφω στην κρυψώνα της καρδιάς της παιδικής..να ψάχνω και να βρίσκω απαρχής μία νέα ''γέννα''..Πάντα οι ''γέννες'' μας γεμίζουνε και φέρνουνε χαρά..ένα βλέμμα..ένα κοίταγμα βαθύ με το ''μωρό'' κι έτσι δενόμαστε για πάντα .. φωλιάζει η ελπίδα στην καρδιά..έρχεται η αλλαγή μέσα στα απόκρυφα ..τα ξεχασμένα φύλλα..
Ανάκατες μες στο μυαλό μου πάντα οι μυρωδιές από κανέλλα και γαρύφαλλο στην ''σουρωτή'' την πίτα την μικρασιάτικη της μάνας μου για τις γιορτές των Χριστουγέννων..ψημένου κάστανου η μυρωδιά στη μαντεμένια σόμπα της κουζίνας..πάχνη πρωινή και χιόνι ως την πόρτα του σπιτιού..στην παγωμένη μου πατρίδα..και η σκάφη στρωμένη επιμελημένα ..καθαρά..το χοιρινό που σφάχτηκε την οικογένεια να θρέψει..και να..στήσανε πάλι εμπρός μου ''σκηνικό'' και να..''Χριστού''τη ''γέννα''..΄πάλι μου την τάζουν..Τις αφορμές ξανά αναζητάς..να φτάσεις και προορισμούς απ' την αρχή..μιας νέας γέννας ξεκινήματα να κάνεις..
Σε λίγες μέρες πάλι θα ξανασυμβεί..πάλι η προσδοκία την πόρτα θα χτυπήσει..άηχα ακόμα είναι νωρίς..μα τόσο δυνατά.. ακούω τον μικρό τυμπανιστή..που ήρθε και στάθηκε στου νου την πόρτα μου μπροστά..και μελωδίες για τη ''γέννα'' ..τη γέννα την ξεχωριστή μου τραγουδά..Είναι η γέννα του Χριστού.. .αλλιώτικο ετούτο το μωρό..Η Παναγιά δεν το κατάλαβε..δεν το περίμενε..που να το φανταστεί..πως η γέννα απ' τη μήτρα της..θα γίνονταν γέννα αλλιώτικη.. '' γέννα και μήτρα ελπίδας''.. καρτερικότητας και υπομονής..για τους ανθρώπους που πιστεύανε σε έναν καινούριο ερχομό ?
Μητέρα ήταν κι αυτή ..γλυκειά και τρυφερή..το βλέμμα της αγκάλιασε με ζεστασιά..και θαλπωρή το όμορφο μωρό της..Κοιτάχτηκαν.. αγαπήθηκαν και δέθηκαν..με μία συμφωνία παντοτινή.. πάλι κι εφέτος τη μελαγχολία των Χριστουγέννων θ' αποποιηθώ..γλυκά τις απουσίες θα προσπεράσω..τις κρίσεις τους αποκλεισμούς οπίσω μου για λίγο θα τ' αφήσω..θ' ακούσω τη φωνή της μάνας μου..Ροδένια μου εβράδιασε..ετοιμάσου για τα κάλαντα.. το βλέμμα θα σηκώσω αψηλά ..και θα αφουγκραστώ σαν την παιδίσκη τη μικρή..και θα με θάλλουν τρυφερά..τα Ωσσανά που θ' άδουν οι αγγέλοι..
''τα Χριστούγεννα της Ροδένιας'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
( Δοκίμιον λυρικόν)

Σκοπός μας είναι η δημιουργία μιας Ανθολογίας Ποιημάτων από το σύνολο των Ελλήνων Ποιητών- Ποιητριών αλλά και ορισμένων ξένων, καθώς επίσης και κειμένων που έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον μας. Πιθανόν ορισμένοι ποιητές και ποιήτριες να μην έχουν συμπεριληφθεί. Αυτό δεν αποτελεί εσκεμμένη ενέργεια του διαχειριστή του Ιστολογίου αλλά είναι τυχαίο γεγονός. Όσοι δημιουργοί επιθυμούν, μπορούν να αποστέλλουν τα ποιήματά τους

στο e-mail : dimitriosgogas2991964@yahoo.com προκειμένου να αναρτηθούν στο Ιστολόγιο.

Θα θέλαμε να τονίσουμε ότι σεβόμαστε πλήρως τα πνευματικά δικαιώματα του κάθε δημιουργού, ποιητή και ποιήτριας και επισημαίνουμε πως όποιος δεν επιθυμεί την ανάρτηση των ποιημάτων του ή κειμένων στο παρόν Ιστολόγιο, μπορεί να μας αποστείλει σχετικό μήνυμα και τα γραπτά θα διαγραφούν.

Τέλος υπογράφουμε ρητά ότι το παρόν Ιστολόγιο δεν είναι κερδοσκοπικό και πως δεν η ανάρτηση οποιουδήποτε κειμένου, ποιήματος κτλ γίνεται με μοναδικό στόχο την προβολή της ποίησης και την γνωριμία όλων όσων ασχολούνται με αυτή, με το ευρύτερο κοινό του διαδικτύου.