μια συννεφιά που τον μικρό τον κόσμο γύρω
έκρυβε πίσω από πολυκατοικίες.
σαν το χρώμα του τσιμέντου,
μέτριου απόχρωση
σαν του απογεύματος μιας καθημερινής,
που απλώς βγαίνεις γιατί το δωμάτιο πνίγει.
μιας αστικής-ας πούμε- κορυφογραμμής
που την ορίζουν
ρούχα νωπά, κεραίες και καλώδια.
και εγώ στο χώμα εκεί να στέκομαι μικρός,
τόσο μικρός,
όσο το φως μαραίνει η φύση.
Φυλλομετρώ πεσμένα στο έδαφος
τα όνειρα ,
σε σχήμα ανθρωποθυσιάς για έναν άνεμο
να τα σκορπίσει όπως σκορπίζεται ο καιρός.
Μια επίμονη ενόχληση,
ένα είδος τραύματος που ονειρορραγεί
μέρα τη μέρα.
Eκεί θα βρεις το πλήθος των χρωμάτων
να λιμνάζει ,
να μεταβάλλεται η ομορφιά απ΄την αδράνεια.
κάποτε θέλησα ένα ποίημα με σύννεφα.
Στον πρώτο στίχο όλα ξεμακραίνανε
καθώς πνιγόμουν ήδη απ’την βροχή τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου