Μήτε όρνις ημίθεε Ηρακλή στην Άορνο δύναται να πατήσει,
μοναχά ο γιος του Άμμωνα τα χνάρια του στον Ινδοκούς ν’ αφήσει.
Παλάτι στα σύννεφα στην Άορνο εζύγωσες να χτίσεις,
απ’ αετού φωλιά ψηλά, στη γη να εξορμήσεις.
Κάστρο ψηλό απόκρημνο, θεόρατο, απρόσιτος βράχος,
στην Άορνο φάνηκε της ψυχής σου το τρομερό το πάθος.
Στην αετοφωλιά να κατοικείς, αυτό μόνο σου πρέπει,
τον Ηρακλή ξεπέρασες, το στράτευμα την Άορνο να κουρσέψει.
Οι αλπινιστές σου Αλέξανδρε βοσκάκια του Βερμίου,
η διαταγή σου σαγηνεύει και την καρδιά θηρίου.
Τίποτε για ‘σένα εμπόδιο, μήτε και τα στοιχεία της φύσης,
άθλο ωσάν κι αυτόν για άλλον μην αφήσεις.
Αδιάλειπτο πρόνοια είχες θεϊκή για τα μεγάλα έργα,
η δεξιότητα απαράμιλλη, Αλέξανδρε παράφορο πνεύμα.
Τρανή ‘ναι η υπομονή σου, το πείσμα σου μεγάλο,
να γεφυρώνεις τα κρεμνά, τα ουράνια με τον κάμπο.
Νερό καθάριο αθάνατο απ’ την απρόσιτη Άορνο ρέει,
τα σωθικά σου Αλέξανδρε ωσάν τη φωτιά τα καίει.
Απ’ την Άορνο ψηλά τον κόσμο εκοιτούσες,
τη στράτα της αθάνατης ζωής επίμονα ζητούσες.
Ινδοκαύκασος, Ύφασης, Ινδός, Υδάσπης, Ακεσίνης,
της πατρίδας τέκνο άξιο ήταν γραφτό να γίνεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου