κι αναπολούσες εποχές που έζησες ξεγνοιασιάς,
με δυο μικρά κυκλάμινα η σχισμάδα στολισμένη
σου έδειχνε πως δεν χάνεται η ζωή όπου κι αν πας.
κι οι ελπίδες δεν γλυκοπετούν μ’ αγγέλων τα φτερά
εσύ πάντοτε φρόντιζες να ντύνεσαι στην πένα
ν’ ακολουθείς το ένστικτο και να πατάς γερά.
και τα όνειρά μας, πλήγωναν κάθε γλυκιά βραδιά,
κι όπως τα χρόνια πέρασαν καρδιά, μείναμε μόνοι
κι από τη νιότη έμεινε, μια δάφνινη ευωδιά.
το κλάμα σου σαν μια βροχή τους κήπους της καρδιάς,
φαντάσου η αγάπη μας μπορούσε και ν’ ανθίσει
αν στο τραγούδι πρόσθετες δυο νότες ανθρωπιάς.
νύχτωνε και ξημέρωνε πάντα αφαιρετικά,
χανόμουν και χανόσουνα και ότι μας πονούσε,
είναι αυτό που τελικά μας τρώει τα σωθικά.
χάνεται η ελπίδα και μαζί χάνεται κι η μιλιά
κι όπως ο πόνος, σύντροφος στο βράχο που είσαι μόνη
και ο χρόνος της αναμονής γίνεται μια θηλιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου