πολλά ομοιώματα της νύχτας να περιφέρονται
ωχρά και ταλαιπωρημένα χωρίς διαβατήριο
χωρίς την ελάχιστη δόση ελπίδας, με κινήσεις αργές
και το μαχαίρι καρφωμένο στα τσιμέντα, στην καρδιά
αυτής της πόλης κι ο άνεμος υστερικός να γρατσουνάει
τ’ άδεια κιβώτια της μπύρας, τα λιγοστά χαρτιά
εσένα με τη θεατρική όψη της μετανοημένης
που αύριο θ’ ανατραπεί από τις υποσχέσεις της μέρας .
χωλαίνοντας ο καιρός προσπερνάει, αφήνοντας σκόνη
στα κρύα παράθυρα, ψυχές χωρίς υλικό
χωρίς οράματα, πιο πέρα το άστεγο παιδί ονειρεύεται
το άγγιγμα της ανύψωσης, στοργή και ζεστά πρωινά.
επουλώνει με βιασύνη την ανία των διακοπών
για να υποδεχτεί επίσημα την πρώτη ψιχάλα
που θα γεμίσει τα κενά, τις άδειες σκέψεις
ρίχνοντας στην ξηρασία του μυαλού υγρό χαμόγελο.
Νομίζω ότι η βροχή δεν έχασε ποτέ το κύρος της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου