Τα κλάξον δυναμώνουν, γύρω....
Πολύχρωμες επιγραφές άρχισαν ν’ ανάβουν....
Ετούτη η πορεία δε λέει να τελειώσει.
Και `γω, τυχαία σ’ ακολούθησα. Ήξερα πως δουλεύεις στο διπλανό
παντοπωλείο. Τα νιάτα σου μαραίνονταν, ζυγιάζοντας πατάτες,
ρύζι, λαχανικά....
Το στόμα σου ανοιγόκλεινε για μερικά συνθήματα,
αλλά το βλέμα σου, μηχανικά σ’ αποσπούσε σε μια παραφορτωμένη
βιτρίνα με στερεοφωνικά συγκροτήματα.
Στεκομουν λίγο παράμερα.... έτσι που τα καλοχτενισμένα σου
μαλλιά γυάλιζαν κάτω απ’ το δυνατό φως του ηλεκτρικού πού `πεφτε
πάνω μας....
Δεν ήξερα καν τ’ όνομά σου....
Κι όμως απόψε θα σε πλησίαζα...
Γιατί βρεθήκαμε σε τούτη δω την πορεία....
Εσύ γιατί την πίστευες, και `γω λίγο τυχαία....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου