Είχε δυσκολευτεί ν' αποφασίσει.
Προσπάθησε να τους πείσει πως είχαν λάθος,
πως τίποτα το εγωιστικό δεν έκρυβεη άρνησή του.
Κάποτε σταμάτησε να αντιδρά.
Είδε ξανά τη μικρή γωνιά δίπλα στο παράθυρο
με τ' ανοιχτό βιβλίο.
΄Εσκυψε πάλι στη σανίδα,
που ξέφευγε από το παλιό χράμι
μαζί με το τρενάκι του.
Σύρθηκε στην αυλίτσα στρωμένη καραγκιόζηδες,
στρατιωτάκια και μικρές γυάλινες μπαλίτσες,
γυρεύοντας να σταθεί μπροστά στη γλάστρα της μπιγώνιας,
που πότιζε άλλοτε κρυφά
με το σπέρμα μιας δύσκολης εφηβείας.
Τα έβλεπε όλα καθαρά.
Υπήρχαν μέσα του καΙ γύρω του.
Τα πήρε μαζί του σαν έφυγε τότε με την εντύπωση
πως να, θα μπορεί να βρίσκει παντού
τεράστιες παχειές πολυθρόνες
στη σιγουριά μιας άλλης εποχής.
Βέβαιος γι' αυτά που κρατούσε
τελικά συμφώνησε
για τ' αυτοκίνητο του γιου
και για το πιάνο της μικρούλας Ντόλης.
Από τότε όσα είχε κρατήσει έγιναν ασήκωτα.
Χωμένος τώρα στις παχειές πολυθρόνες του καινούργιου σαλονιού
υποβάλλεται αγόγγυστα σ' ένα τεστ κοπώσεως
που δε λέει να τελειώσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου