και το χιόνι πάνω της να πέφτει
μαύρο, λευκό της νύχτας, χιόνι.
Ω! άγγελοι
απ' τις προσευχές μου σέρνεστε
και χώνεστε στη σελίδα αυτή, εδώ
στις νιφάδες ανάμεσα, εκεί
πάνω απ' αυτήν, την κάποτε νύφη
γυμνή στου βάλτου το ανάχωμα
σ' αγέννητες καλαμιές νεκρή, λένε,
ανούσια, ασήμαντη, γυμνή, αυτή
νεκρή πόρνη που τη φωνάζανεAγάπη.
Και δίπλα της, το πρασινόλευκο χόρτο
καπνίζουν τώρα χαμένα σπουργίτια
του χειμώνα οι μαστουρωμένοι
μπελάδες.
Του χρόνου - ω, ναι! - θα ζητιανεύουν
ψίχουλα παγωμένης ακίνητης μνήμης
τώρα με σκέλια ανοικτά το ράμφος κρύβουν
απ' αυτήν τη θαμμένη στο τζάμι σελίδα
- μόνο στο χόρτο, το ράμφος
στο χόρτο που φλέγεται.
Έχει μια γεύση ξοδεμένο σπέρμα, λένε,
πόρνης νεκρής στου βάλτου το ανάχωμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου