Θα μείνω με την φαντασία
Από αυτή αναδύομαι και φτάνω κάπως άτσαλα στο απειλητικό ταβάνι να σταματώ, εγώ με τους καπνούς μου
Ένα κράμα ψυχής και ανθρώπου ονειρευόμουν, μα ξύπναγα απότομα από εκκωφαντικές συμπεριφορές.
Μα μη με κρίνεις…
Κοίτα τριγύρω σου
Θρηνώ για το απαρηγόρητο της καρδιάς σου
για το λίγο που σμίξαν και ταιριάξαν οι παλάμες.
Έτσι είναι θλιμμένη μου (Ά)γνωστή.
Κάποιοι είναι εδώ για να κρατούν σφιχτά τα
χέρια και κάποιοι να φοβούνται
Για το λίγο που σμίξαν και ταιριάξαν οι ζωές
γέννα βοτάνων και ανθών με εξαίρετη ευωδιά
Να μπλέκεται η άνοιξη με τον παχύ καπνό μου
την ώρα που καρτέραγα μια όμορφη βραδιά
Απέτρεψαν το ήσυχο θλιμμένο μονοπάτι
ευθύ, λείο το διάβαινα μα απέκτησε σκιά
Γέμισε ξάφνου είδωλα που σπάζανε το μάτι
μικρό παιδί που κρύφτηκε σε μια ζάλη γλυκεία
Αμπάριζα το όνειρο του, σύρανε οι χρόνοι
ζωσμένο σε άλλα άρματα να τρέχει φθονερά
Θα θέλει να βγάλει μιλιά, κάτι θα το φιμώνει
και όταν διψά θα ξεδιψά σε βρώμικα νερά
Αν κοίταγες ψηλά θα το ‘βλεπες
Μα ο πειρασμός να χάνεις το ξημέρωμα
έδινε πια τροφή για εφιάλτες
Νωχελικά γυρνάγανε οι δείκτες μας ,
σαν να’ θελε ο χρόνος να παγώσει.
Ειρωνικά όταν μας κοίταξε το αντίο,
στέκαμε ανήμποροι, αγάλματα, θαρρείς νεκροί.
Λόγια λόγια…
το νόημα εξαφανίζεται.
Εγώ στο παρακάτω της ζάλης μου θε να σε συναντώ
Εκεί που αντάμωσε το σπάνιο χαμόγελο
της νύχτας την γαλήνη.
Και τώρα φύγε.
Όμως φεύγοντας σφάλισε απαλά την πόρτα
μην ταραχτούν οι αναμνήσεις.
Και μην με παρεξηγείς
Είναι που κρύωνα και ήθελα να ντυθώ την ύπαρξη σου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου