Από τη συλλογή "Mαραμπού" (Άγρα, 1990)
Το βράδυ ετούτο κάρφωσε μ' επιμονή το νου μου
κάποια γυναίκα που άλλοτες εγνώρισα , κοινή
που ωστόσο αυτή ξεχώριζεν από τις αδελφές της,
γιατί ήταν πάντα σοβαρή , θλιμμένη και στυγνή.
Θυμάμαι που την πείραζαν συχνά τ' άλλα κορίτσια,
γελώντας την για το ύφος της το τόσο σοβαρό,
και μεταξύ τους έλεγαν , αισχρό κάνοντας σχήμα,
πώς θα συνήθιζε κι αυτή σιγά με τον καιρό.
Κι αυτή , ψυχρή και σιωπηλή , καθόταν στη γωνιά της,
ενώ μια γάτα χάιδευε με αυτάκια μυτερά
κι ένα σκυλί που δίπλα της στεκόταν λυπημένο -
ένα σκυλί οπού ποτέ δεν κούναε την ουρά.
Κι έμοιαζ' η γάτα , που αυστηρή την κοίταζε στα μάτια,
η πλήξη ως νά 'ταν , που με μάτια κοίταε ζοφερά,
και το σκυλί που εδάγκωνε το κάτασπρό της χέρι,
η τύψη ως νά 'ταν έμοιαζε , που εδάγκωνε σκληρά.
Πολλές φορές περίεργες την εκυκλώναν σκέψεις
και προσπαθούσε - μου ΄λεγε - συχνά να θυμηθεί,
το νου της βασανίζοντας τις ώρες της ανίας,
όσους μαζί της είχανε μια νύχτα κοιμηθεί.
Ώρες πολλές εκοίταζα τα σκοτεινά της μάτια
κι ενόμιζα πως έβλεπα βαθιά μέσα σ' αυτά
τρικυμισμένες θάλασσες , νησιά του αρχιπελάγους
και καραβάκια που έφευγαν με τα πανιά ανοιχτά.
Απόψε αναθυμήθηκα κάποια κοινή γυναίκα
κι ένα τραγούδι εσκάρωσα σε στυλ μπωντλαιρικό,
που ως το διαβάζεις , σιωπηλέ , παράξενε αναγνώστη,
γελάς γι' αυτόν που τό 'γραψε , με γέλιο ειρωνικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου