Το φως μ’ ένα κλαδάκι υπομονής στο ράμφος
ξεκίνησε να φτιάχνει τη φωλιά του
στη μασχάλη της μέρας
μ’ ανασηκωμένο το παντελόνι της λαχτάρας ως τα γόνατα
τραβούσε τα δίχτυα της οργής
παρασέρνοντας μαζί
δύσβατα μονοπάτια μοναξιάς
αναπαλαιωμένες δεήσεις επιμονής
αποξηραμένα τσιτάτα οχλοβοής
Όταν ιδρύθηκε η αυτοκρατορία του μεσημεριού
εξαπλώθηκε μέχρι τα πέρατα των δακτύλων του
και μετά κατέκλυσε τις πεδιάδες των παρακλήσεων του
Τ’ απόγευμα ανασήκωσε τα μανίκια της μανίας
ξεκούμπωσε τα πουκάμισα της οργής
κι έλιωσε τα τσόφλια της ραγισμένης καρτερίας
η όραση κρυφή πληγή είναι όταν δεν ξέρεις που να πας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου