Κι είπα θ’ αφήσω την πόρτα μου μισάνοιχτη
λίγο κλειστή, λίγο ανοιχτή
δε θέλω τ’ άκρα –είναι κακίες, καθώς λένε.
Σε περιμένω.
Δε σε λατρεύω, δε σε μισώ.
Μες στην απάθεια παλεύω να σε κλείσω
δε θέλω τ’ άκρα – με ζαλίζουν.
Κι όσο αναμένω,
μέσα απ’ την πόρτα μου κυλούν νόθες σχέσεις,
στιγμές και λόγια του συρμού,
άτομα κρύα με κλειδιά που δεν κλειδώνουν.
- αλήθεια εσύ έχεις το κλειδί;
Κι απλώς περνούν.
Κι η πόρτα μένει ανοιχτή. Και προσπερνούν.
Κι εγώ κρυώνω.
Δε μετανιώνω.
Μόνο παγώνω στη σιωπή και στην απάθεια.
Μα δε μ’ αρέσουν οι κακίες ούτε τ’ άκρα.
Ίσως εν τέλει να σε βλέπω με συμπάθεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου