Κατήργησα το δωμάτιο όπου κοιμάμαι, όπου ονειρεύομαι,
Κατήργησα την εξοχή και την πόλη όπου περνώ
Όπου ονειρεύομαι ξυπνητός, όπου ο ήλιος ανατέλλει,
Όπου, μέσα στα σβησμένα μάτια μου, το φως σωρεύεται.
Κόσμος στην τύχη, χωρίς επιφάνεια και χωρίς βάθος,
Θέλγητρων που αλησμονήθηκαν ευθύς μόλις αναγνωρίστηκαν,
Η γέννηση κι ο θάνατος ανακατεύουν το μίασμά τους
Μες τις πτυχές της γης και του ουρανού που μπλέχτηκαν.
Τίποτα δεν ξεχώρισα μα έκαμα την καρδιά μου δυο.
Αγαπώντας, τα πάντα δημιούργησα: πραγματικό, φανταστικό.
Έδωσα τη λογική της, το σχήμα της, τη θέρμη της
Και τον αθάνατο ρόλο της σ' εκείνη που με φωτίζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου