δε σου το ‘χω πει ψυχή μου
πίσω από τα δακρυσμένα σύννεφα
είχα στα χείλη κρεμασμένο το παράπονο
την αγωνία μέσα στα μάτια μου θάλασσα
να γευματίζει μαζί μου νυχθημερόν.
Ακίνητη, αμίλητη, άτολμη
σαν μαριονέτα κρεμασμένη στο σχοινί
σχεδόν ακρωτηριασμένη και τόσο μόνη
μέσα στο αινιγματικό μου χάος
με στόμα αχόρταγο με κατάπινε η μοναξιά.
Για όσα χρόνια δεν ακουγόταν το γέλιο σου
στης ερημιάς μου το ακρογιάλι, έβρεχε.
Έβρεχε για μέρες ολόκληρες
αδιέξοδα ψυχή μου και νύχτωνε νωρίς.
Δε θα σου κρυφτώ
ένας μόνιμος σπαραγμός άδειαζε το μέσα μου.
Δεν ήμουν εγώ που πλάγιαζα στα όνειρά μου
ήταν μια ξένη, μια άγνωστη
που απρόθυμα νανούριζε τον αφανισμό της
με το βασανιστικό τους άγγιγμα.
που πάνω μου σημάδευε μια ένοχη θλίψη
λανθασμένη στο μέτρο
χθες ακόμη
μη μπορώντας να κάνω αλλιώς ψυχή μου
περίμενα, σε περίμενα, μας περίμενα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου