γρατσουνισμένη απ' τη φωνή σου,
κι η φωνή σου τροχισμένη στο επιχείρημα,
στερεωμένη στην αυτοπεποίθηση
με κατάληξη λυρική
ξεναγεί την ευχή,
μελωδικά στον λαβύρινθο
των αυτιών μου.
κι είχες χαθεί,
ανάμεσα σε κορμούς από σημύδες,
έτσι είναι η φυγή
τόσο σβέλτη και ξαφνική,
κι έμεινα με τη λέξη άπραγη στο στόμα
"σαγαπώ" δεν πιάνει τόπο στο κενό
θα βρω έναν καθρέφτη σου
για να το πω είδωλο
ανεστραμμένο και φανταστικό.
και πίνουν το καφέ τους,
στην αγορά καλοντυμένες οι κυρίες.
Κρατούν το πρωτόκολλο της καλής
συμπεριφοράς
με επιτηδευμένη ευγένεια και περίσσεια χάρη.
Κοσμούν την εργώδη περατζάδα ματιάζοντας,
που και που έναν ωραίο διαβάτη,
ή μια αφηρημένη, εντυπωσιακά όμορφη , κυρία.
Γεμάτες περηφάνεια κι επιδέξια θα καμωθούν
με αφορμή πως δήθεν έπρεπε να σηκωθούν
για να φανούν οι φίρμες του ιματισμού,
ο αναπτήρας στην ακριβή τους τσάντα
κάπου είναι τρυπωμένος.
Η συναίνεση στη κουβέντα τους μπορεί και νάναι
Επισήμανση: Ο πίνακας: Édouard Manet, δύο γυναίκες που πίνουν μπύρες. 1878. Συλλογή Burrell. Μουσεία Γλασκώβης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου