που όταν ρίχνεις μέσα τους πέτρες
δε θολώνει το αίμα τους
που απ' τους πρόποδες
καταλαβαίνεις την κορφή τους
που μ' ένα πλήθος κάτω απ' το πουκάμισο
σηκώνουν κάθε λαβωμένο όραμα στους ώμους
που από τον αφαλό τους σέρνεται κατάδικος ο πόνος
αλλά στέκουν εύζωνες τα σφιγμένα τους δόντια
που μέσα στη σκόνη
συνεχίζει ν' αστράφτει το μέλλον τους
που μέσα στον αγέρα
παραμένουν με χτενισμένο πνεύμα
και που ας ρίχνει χιόνι
στο μυαλό των άλλων
με τσακμάκι ένα δέος
κρατούν την ιστορία εν βρασμώ
που δυναμώνει κομμένο στο ποτήρι
ρουφώντας ζωή απ' ό, τι στεγνώνει
πεινασμένο κτήνος που ίσα το αντέχω
ανατολή του άλγους και της ναυτίας
που θα' πρεπε το άρωμά του να σηκώνει τραγούδια
θα' πρεπε ο μίσχος του να μη μοιάζει μαχαίρι
θα' πρεπε η ρίζα του να τραβάει λίπασμα απ' την άνοιξη
Με πίνει και κιτρινίζει το μέλλον μου
Με κόβει και πρασινίζω από θάνατο
που πίσσα σκοτάδι να του πετάξω
κάνει φωτοσύνθεση απ' τον ίσκιο
Απάνθρωπο άνθος
Κάθε μου τρόπος να ανασάνω
είναι κούφιος -με αναπνέει
Κάθε μου τρόπος να το κολυμπήσω
ατυχής- με πνίγει στο νερό του
τεθλασμένη γραμμή τριών σημείων ...
Έψαχνες χρόνια να βρεις μια διχοτόμο
κάπως να λυθεί ο κόμπος
που έδενε τη σκοτεινή μεριά σου
με τα θαλασσοπούλια στην Αλεξανδρούπολη
στις τουαλέτες κοντά στο φάρο
όταν μια νύχτα τρομαγμένος άκουσες
ίδια βατράχια τα νερά στο πάτωμα
που χοροπήδαγαν εδώ κι εκεί αναστενάζοντας
και δυο κορμάκια πίσω από μια πόρτα
δοκιμάζονταν από αγάπη
δε σου άφησε η λαχτάρα άλλο εμβαδόν
έσφιξες χάρακα στα χέρια
μέτρο από μια έπαρση αποκοιμισμένη
έγινες υποτείνουσα
ζεστή γραμμή
που ένωσε τις ανοιχτές κορφές :
Εσένα , το ίνδαλμα και το κακέκτυπό σου
Κι όπως χόρτασες και ακμή και παρακμή
κατάλαβες πως πρέπει
ένας απ' τους τρεις να χαλαστεί
ο άλλος να τεντώσει ολέθρια τη χορδή του
Από ισόπλευρο
το τρίγωνο να ξαναγίνει βίαια σκαληνό
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου