8
Το σκοτάδι Αιγόκερως
ηπειρώτης ποιμένας∙
αν λέγεσαι Μαρία γύρνα αριστερά:
μια στριγκλιά πορτοκάλι
θα σου ραγίσει απότομα τον τοίχο.
Μήπως τεντώνει μέσα σου το αίμα σαν συρμάτινο;
Η γαστέρα σου θα 'ναι που μαγειρεύει το αύριο
με αλάτι και κλάματα απεγνωσμένα.
Μαύρο φύλλο ελλέβορο
στην κουζίνα κοντά απαραίτητο
και σαν πάχνη χειμέρια
του αχάριστου λέξεις
θα τελειώσουν για χάρη σου καταγής.
Στο λαιμό, αν ευκολύνεσαι,
θα κρεμάσεις ζιρκόνιο, σ' εξορκίζω,
γιατί ο φόβος σπέρνει κόλλυβα
κι η πίκρα σκουριασμένα δαχτυλίδια.
Αν βροντή ξημερώματα ακούσεις
αντιδικίες ξαναέρχονται στα μέρη μας
και άρον άρον εγκαταλείπουν τη χώρα
οι γραμματείς.
Όσα βήματα κάνεις αυτή τη στιγμή
τόσες οι αμαρτίες των προγόνων σου
που σβήνονται.
Μείνε τώρα ακίνητη
και μην ξαπλώσεις χτενισμένη επ' ουδενί∙
τα στριφτά φιλιά του Δεκεμβρίου
να φοβάσαι όπως θα 'ρχονται
από τα δόντια του αγγέλου το εικόνισμα
που γυμνή σε σταυρώνει το βλέμμα του
και στο σπασμό σε παρασέρνει με χαρές.
Στα πολλά τα φώτα το μάτι τυφλώνεται
και τα λόγια αφόρητα στο βάθος τους θολώνουν.
Όλα γίνονται από ένα κι από τα πάντα τίποτα.
- Και ποιος ο Κόσμος;
Ο κόσμος είναι δεντράκι κατασκότεινο
ζωγραφισμένο σ' ένα μαύρο δάσος
που στα κλαδιά του μανταρίνι
δε φυτρώνει ή κάστανο
παρά νύχτες μονάχα σταχτοπράσινες
και πολύφυλλες σιωπές.
Από τη συλλογή Το βιβλίο της Μελανθίας (2006)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου