Ξέμεινε πάλι νύχτα παίζοντας πιάνο ένα πόθο κίβδηλο,
νυχτερινές φαντασιώσεις για μια ανύπαρκτη κόρη κερασιάς
εκλέγοντας συγχορδίες ελάσσονες και φαντασίες impromptus
ολόγιομη να δίνεται σε χρώμα μωβ στους κουρασμένους του αστραγάλους
και να κατάγεται, λέει, από φθινοπωρινούς ονειρικούς αμμόλοφους
με καταρράχτες της σιωπής που γυμνή τη λούζει έρωτα...
Άσ' τα να πάνε. Γεροντο-έρωτες γεροντο-αγκαλιές ψιμύθια του χρόνου.
Και μόνο το ονειρικό της χαμόγελο διαιρεί τα χρόνια του
Κι αυτό του φθάνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου