Έχω κάτι μάτια σαν βουλωμένους καταρράκτεςΟι άνθρωποι κουμπώνουν τα παλτά
Οι γάτες αλλάζουν πεζοδρόμιο
Τα παιδιά γραπώνονται από το γόνατο της μητέρας
Ζωσμένη με τόσο νερό
Τα δέντρα οι κάδοι τα σύρματα
Ζωσμένη με τόσον εαυτό
Τα δέντρα
Οι κάδοι
Τα σύρματα
Εκεί έτρωγα ήλιο
Κι έπλενα τα δόντια μου με υπνοστεντόν
Με ξυπνούσαν για να με λυπηθούν
Γιατί εγώ δεν κοιμόμουνα
Κι ούτε ήξερα τι να λυπηθώ σε μένα
Μου έκαναν ό,τι μου έκαναν και με καλούσαν
στο νηπιαγωγείο τους
Μια φορά πήγα από περιέργεια για τ' άλλα παιδάκια
Αλλά δεν είχε πλάκα
Τις άλλες μέρες έβγαινα σο ένα τετράγωνο κήπου
έκανα τα μάτια μου πινέλα
Κι έφτυνα απ' το στόμα μου μπογιές
Μόνο ο φύλακας ήταν καλός
Με άφηνε τις νύχτες να καπνίζω
Τόσα χέρια να διψούν
Κι ούτε μια φλέβα να παραπατήσω
Ένα μικρό φεγγάρι στο πάτωμα
Πιο φωτεινό από της νύχτας
Οι σκιές των ποδιών
Γάτες που γεμίζουν το δωμάτιο
Και δεν ξέρουν πού να πάνε
Τα χέρια έντομα ανήσυχα
Ευχαρίστως θα έτρωγα έναν άνθρωπο
Ή έναν ένσαρκο ύπνο
Βγάζω νύχια από το πρόσωπό σου
Θα μου πάρει νύχτες
Η ομίχλη της κουζίνας
Οι λίμνες στο μπάνιο
Γεννήθηκα από την υγρασία σου
Τώρα φορώ γαλότσες
Και περπατώ με τσιμεντένιες γάμπες
Τσαλακώνω το νερό
Πίσω απ' τα βρόμικα κατοικίδιά σου
Που τρώω στα κρυφά
Ή τα φιλώ
Και τα βάζω στις τσέπες
Σαν πριγκίπισσα
Εκεί που δε μ' άφησες να υπάρξω
Οι αναθυμιάσεις του παραμυθιού γίνονται χέρια
Που κλείνουν το παράθυρο
Για να πνιγόμαστε σε ευτυχισμένο τέλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου