από ένα τίποτα ή πολλά τίποτα....
τα περιδιαβαίνουμε σ’ ένα λυκαυγές που κράτησε πολύ.
Ύστερα ερημώνουν από παιδιά οι γειτονιές
κι οι κουβέντες από όμορφες λέξεις.
Λησμονούμε τους δρόμους στο βάθος της νύκτας
και στους παλιούς κήπους ακούμε λυγμούς
από αδιάφορους έρωτες.
Πως να σωθείς από την πραγματικότητα
όταν δεν είσαι πια παιδί;
Σκέψεις που τριγυρνούν σε στιγμές που δεν έζησα.
Ίσως να μη μου φθάνει μια ζωή για να θυμηθώ
....τους χαμένους ταξιδιώτες που ψάχνουν τον προορισμό τους
....τα ναυάγια που στολίζουν τις απόμακρες θάλασσες
....τα μισογκρεμισμένα σπίτια που έμπαζαν από παντού την
παγωνιά !
Κάποια στιγμή, ένα τραγούδι μακρινό της νύκτας,
μια ακαθόριστη μυρωδιά από κάποιο λουλούδι,
ένα απαλό άγγιγμα, ένα τρυφερό χάδι, ίσως ένα φιλί,
προσπαθήσουν να με σώσουν από την παράνοια.
Το βρεγμένο αδιάβροχο που κρέμεται πίσω από την πόρτα,
είναι η απόδειξη της άχαρης βραδινής βόλτας,
στην βροχή από ξεχασμένες σκέψεις !
Άγνωστες, ανεξήγητες καταστάσεις,
στέκουν εκεί σαν αινίγματα....
Σε τέτοια σκοτάδια είναι αδύνατον να κοιμηθώ,
με προδίδουν τόσες πλάνες που μ’ έχουν όλοι ξεχάσει....
Βυθιζόμουν στην νοσταλγία ενός κόσμου ....αλλού !
Πάνω στο τραπέζι του σαλονιού,
δίπλα στο κερί που η φλόγα του γέρνει στο ακατόρθωτο,
άφησα ένα τρυφερό γράμμα για κανέναν....
Έτσι, για να θυμίζει πως κάποτε έζησα εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου