κει που φουρτούνες, κεραυνοί και θύελλες δεν πιάνουν
όνειρα, αγάπη, ιδέες και χαρές δεν αποκάμνουν
αργά, κωπηλατώντας, με τη βάρκα μου θα φτάσω.
που χίμαιρες και ουτοπίες ψάχναμε στο πουθενά.
Τώρα που η καρδιά μου κουράστηκε πια να πονά
τάμα της έκανε, από λόγια να μην μαραζώνει.
δε φτάνουν για να σκαρφαλώσουμε πια στα ουράνια
Οι χείμαρροι στερεύουν, γίνονται στενά ποτάμια
ήρεμη ρέει, μελωδία, της ζωής μας ο σκοπός.
κάθε γωνίτσα που με φώναζες αγαπημένη·
ψηλαφιστά γνωρίζω κάθε σου μικρό βραχάκι·
κι αν κάτι μου 'φταιξες ξέρω πως να σε συγχωρέσω
γιατί τη βάρκα μου έχω μάθει πια να την πλευρίζω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου