Θραύσματα χρόνιου πόνου λαβώνουν την ποιήτριά μας. Μαρμαρυγές απελπισμένης προσμονής κι ένας φόβος που ξετυλίγεται πανώριος και ορμητικός, κατακλύζουν την ύπαρξή της.
Μέσα στον άκτιστο χρόνο και ασύλληπτα στενό χώρο, η συντριβή του ονείρου είναι εξακολουθητική. Ο αντίκτυπος του νού εμποτίζει την Ιδέα με δειλινά χρώματα από γέρμα και μούχρωμα. Το καθρέφτισμα της ψυχής που γίνεται σε κατάμαυρο ουρανό είναι εξόχως λαμπρό και ξεκάθαρο.
Η Ρούλα Τριανταφύλλου απογειώνεται εδώ στο τραγικότερο πέταγμα της.. Ψάλλει και το τραγούδι της ακούγεται σαν κλάμα. Καρπός προδοσίας. Απόηχος αυταπάτης. Εφιάλτες πυροβολούν τα όνειρά της.. Συντρίμματα. Καμένα σπαρτά.
Το ύφος της Τριανταφύλλου γίνεται ολοένα και πιο αναγνωρίσιμο, στο ωρίμασμα της γραφής της. Σύμβολα φθινοπωρινά, παράθυρα κλειστά, γή ερημική κυριαρχούν στον πονεμένο της λόγο. Φαντάσματα,προδοσία, άγονος τόπος, τραντάγματα, κενό. Ένας κόσμος ζοφερός εμφιλοχωρεί ακατανίκητος στο εξομολογητικό της κρεσέντο.
Άς δούμε όμως το ποίημα, πέρα από θεματικής και από πλευράς τεχνικής. Τα τεχνικά μέσα που χρησιμοποιεί η ποιήτρια είναι αξιοπρόσεχτα. Ο κοφτός στίχος αποτελεί αρετή όσο κι αν δείχνει αγχωτικός και ασθμαίνων. Η συναίρεση των ρημάτων προσδίδει αρμονία και συμμάζεμα της γλώσσας, αυτοί οι προσεγμένοι φθόγγοι που αποβάλλουν απ΄’ το γραπτό την χασμωδία (κρατώ-απαντά, αντί το ασυναίρετο κρατάω και απαντάω..). Οι εικονοποιήσεις ζωντανεύουν το στίχο και τον κρατούν φρέσκο « ούτε δέντρο, ούτε πουλί..» καθώς και « χάραξε η θάλασσα ταξίδια» .Είναι μεταφορές που κοσμούν στην ουσία τους την γραφή.. Το δε απρόβλεπτο επίθετο που προσδιορίζει το μυαλό ως «ξυπόλητο’» ξαφνιάζει ευχάριστα με την ευφάνταστη παρουσία του και προστίθεται στις αρετές. Με τον στίχο «ούτε δέντρο, ούτε πουλί» κατατίθεται όλη η υπόσταση των καιρών, η πικρίλα της εποχής μας. Αυτός ο μικρός και ωραίος στίχος αποτελεί και την πεμπτουσία της ψυχικής αποθήκης της ποιήτριάς μας. Η Ζωή ψευδαίσθηση, Η Μοίρα ανελέητη.
Άς δούμε όμως και τα ψεγάδια του ποιήματος, γιατί υπάρχουν μερικά. Φερ’ ειπείν , το συχνά επαναλαμβανόμενο άκουσμα του φθόγγου «ι» και «η» ,όπως το ίδιο και του «ω» (χαρτί, ψυχή και επιζώ, εδώ, ), σε τόσο μικρή απόσταση ανάμεσά τους, επιβαρύνει λίγο τον στίχο κάνοντάς το συνταίριασμά του οχληρό. Επίσης σε ένα –δυό σημεία υπάρχει η αίσθηση της εξομολογητικής εξιστόρησης, π.χ. « νιώθω ένα τράνταγμα γερό», εδώ θα μπορούσε το ρήμα να αποφευχθεί τελείως, και να εννοείται ή να το φαντάζεται ο αναγνώστης
«Στην Ανυπαρξία των Καιρών», της αξιόλογης Ελληνίδος ποιήτριας κυρίας Ρούλας Τριανταφύλλου, μπορεί να απογειωθεί σ’ ένα εξαίσιο λυροπρόφερτο τραγούδι, αφού ενυπάρχουν σ’ αυτό από γέννησής του και η αισθητική της Γλώσσας, και ο λιτός στίχος, αλλά και το εύψυχο του ποιητικού έρωτος..
Ταπεινά κι εγκάρδια
Αντώνης Περδικούλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου