Απ' το μολύβι μαύρισαν τα μεσημέρια μου
που για φεγγάρι τούς παραστάθηκε
αλευρωμένο πρόσωπο μέσα στις κιμωλίες
στη γλώσσα πάνω ψάχνοντας
το μαλακό σπυρί που λάμπει
πάμπλουτο, φυτρωμένο φως
Χειρόγραφος ο ήλιος, αργυραμοιβός
στο ασημένιο φως τη μέρα ξεθωριάζοντας
όπως γλείφεται στα πόδια αστρολόγων
κορώνα γράμματα καθώς παίζουνε
ενός ανεξαργύρωτου νομίσματος τις λάμψεις
που αναβοσβήνουν στα θρεμμένα μάγουλα
στα μπράτσα με τις ρυτίδες της δίαιτας
στα παχιά βλέφαρα που τρεμοπαίζουν
καταμεσήμερο οι νοικοκύρηδες των ονείρων
Ώρες που χόντρυναν από το άδικο φαΐ
κακοπηδημένες, στερημένες από ψωμί
χωρίς κανένα πια ενδιαφέρον
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου