Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2020

23 Ποιητές και Ποιήτριες , 24 ποιήματα . Ένας ποιητής, Μία Ποιήτρια, Ένα Ποίημα για κάθε γράμμα της ΑΒ

 







Μιλώντας με τον Δράκο μου / Ειρήνη Ανδρέου

 

 

Κι έτσι καθώς σεργιάνιζα

στους τόπους που μεγάλωσα

-αχ πόσο τους νοστάλγησα-

τον Δράκο μου αντάμωσα ...

 

Από μικρ' είχα να τον δω,

άφησα πίσω το χωριό

στην πόλη για να ζήσω

πρίγκιπες να γνωρίσω .

 

Φοβόμουνα τον δράκοντα

τον έβλεπα σαν Χάροντα

που έπαιρνε ομορφονιές,

διάλεγε και τις καλλονές.

 

Στάθηκα , τον χαιρέτισα

και του είπα όσα έζησα.

Δεν το φοβόμουν τώρα πια

τέρατα είδα αληθινά..

 

" Δράκο μου, πώς σ΄ αδίκησα..

μα νά , κοντά σου γύρισα.

Την σιχάθηκα την πόλη

δράκοι μένουν και διαβόλοι.

 

Δράκοι μ' αρώματα ακριβά

για να σκεπάζουν την βρωμιά.

Διαβόλοι που σου λένε σ' αγαπώ"

μα άλλο έχουνε σκοπό.

 

Δράκοι που με ρημάξανε

φαρμάκι μου εστάξανε

με μάσκες με ξεγέλασαν

αχ Δράκο μου ... τι πέρασα...

 

Δάκρυσα και δάκρυσε

και μου΄πε.. "δεν σου άξιζε"..

του΄ πα "πολύ σ' ευχαριστώ

τα λέμε ..γεια δεν θα χαθώ."......

 

 

**

ΠΥΡΠΟΛΗΣΗ / Βυζαντίου Φιλαρέτη

 

Φως μοναχικό

Δωμάτιο επιπλέει

Ουρανός σβηστός

Το καντήλι ξενυχτάει

πάλι

παρήγορα

Δρόμοι έρημοι

Σειρήνα περιπολικού

Το τραίνο των δώδεκα παρά δέκα σφυρίζει αναχώρηση

Έχασα το εισιτήριο

Σκέψεις φωτιές

Αν ήταν χειμώνας

θα μου άρεσαν

Μα τώρα

πώς να τις αντέξω εν μέσω πύρινου Σεπτέμβρη;

Σε φέρνω στο νου

Η νύχτα αποτεφρώνει την ωραία εικόνα σου

Θα εναγκαλισθώ το τελευταίο σου χαμόγελο

με πάθος

Το δωμάτιο ταξιδεύει πια

απολύτως ασφαλές

στις θάλασσες των ματιών σου

Το καντήλι τού'δωσα

να γίνει πυροφάνι σου

Μα δεν αρκεί

Άσε με να πυρποληθώ

φλεγόμενη γοργόνα στην πλώρη σου

Πάντα η αγάπη θα συνωνυμεί με τη θυσία...

 

 

**

Αγαθή Γιολτζίδου

 

Μπερδεύτηκαν τα δειλινά στο βλέμμα σου

Γλίστρησα στο μεσουράνημα του ουράνιου τόξου που ζωγράφισαν τα χείλη σου στα φλύαρα ύψη των αιθέρων

Άπειρες οι στιγμές που βαδίζω γυμνή με τα χέρια στις τρύπιες τσέπες ,σμίλη μεταμορφώνομαι αναζητώντας σε ,σε αχανή βάθη μορφών που περιφέρονται

Χαράζω στίχους με την αφή των ακροδαχτύλων μου ,πύρινη η μορφή σου τους παγώνει στο στερέωμα της λησμονιάς

Απέφευγα να αγγίζω την αύρα σου

Μονάχα το βλέμμα σου με γιγάντωσε κι εκείνη η λάμψη που άπλωνε ,ξύπνησε ναρκωμένα πάθη

Ανοίκειος ο φόβος μου,έφερες μια χούφτα λεβάντες δεμένες με ηλιαχτίδες δειλινού να ντύσεις τις χαραμάδες που ο βοριάς σφυροκοπόυσε

Νυχτώνει

Κι εγώ διακτινίζομαι μ έναν εκστασιασμό σε τοπία ομοχλώδη απο την λήθη

Ένιωσα ότι μπερδεύτηκα

Πως μια καταιγίδα με πλησίασε και με οδήγησε σε ενστιγματιμένες με ίσκιους αισθήσεις

Δεν θυμάμαι αν σε γνώρισα

Απλά χαιρομαι που υπάρχεις

Ξεμπέρδεψε απόψε το νήμα της απώλειας ανάμεσα από το τρέμουλο των χειλιών σου

άρνηση.

Γράφω για εσένα χωρίς να είσαι κοντά μου

ανάμεσα στον θυρεό του ήλιου και στο κελάρισμα της ύπαρξης σου

εκεί που αναβλύζουν φτερά μάγισσας-νύχτας αφήνοντας την χλαλοή στην αύρα μου.

Ενδεής η επιθυμία της διαδρομής σου.

Μου προσφέρεις το χαμόγελο σου ως Οδυσσέας πάνω στον ιστό της ελπίδας σου ,εκεί πλανεύτηκα στα πελάγη σου.

Ευθυγεμίζεις πάντοτε την νοητή γραμμή του νόστου εκεί στις φλεβικές μου διασταυρώσεις ,ανάσταση ψυχής.

Επιπλέεις πολλάκις στα ερζιανά κύματα και μένω εδώ να αναζητώ την ρωγμή των οριζόντων σου.

Σίγουρα ενδύεσαι με έμμετρους τύπους χημικών εξισώσεων και δια τούτο η φωνή σου κρύβει μια ταραχή σαν φανερώνεσαι από τα συμπαντικά ύδατα του έρωτα μου.

``ανέφλεξα την εκμηδενισμού ζώουσα στάχτη της λατρείας μου`` και τα παγωμένα βρύα ελλοχεύουν την σκιά μου..

Και σαν τρελή η καρδιά μου χορεύει

 

**

ΓΥΡΙΖΩ ΑΠΟ ΤΗ ΝΥΧΤΑ / Δημογκότσης Νίκος

 

Μία ζωή γυρίζω από τη νύχτα,

άστρα αφήνοντας στο προπύργιο της Ανατολής,

περισσότερο φως να έχει η ψυχή

στο σώμα της ημέρας,

την οποία οι άνθρωποι πολεμούν

ελπίζοντας ο ένας ισχυρότερος

να καταδειχθεί του άλλου...

Κι έτσι, γυρίζοντας από νύχτα σε νύχτα,

την ημέρα κρυφά χειροκροτώ,

μην και κάποιος συνταξιδιώτης

ή συνταξιδιώτισσα τούτου του κόσμου,

το χειροκρότημα αφουγκραστεί

και μαζί μου θελήσει,

το μετέωρο βήμα να μοιραστεί,

στο μικρό αλωνάκι της Ειρήνης,

όπου τα αισθήματα αλέθονται,

άρτους αγάπης προσφέροντας

στα μικρά παιδιά,

που πάντα στα παιχνίδια τους

ονειρεύονται,

μία λαμπρότερη ημέρα

από εκείνη των μεγάλων...

 

 

**

Ελμύρας Μιχάλης

 

Από την ποιητική συλλογή  «διαφωνία με τον ήλιο κάποιου Ιούνη»

Ελιές ασημόφυλλες ,αμπέλια βουερά,
πηγάδια δροσερά κι’ιδρωμένες στάμνες,
αλωνιών φωνές, τραγούδια και βλαστήμιες
κι’αλόγων ανυπάκουων χλιμιντρίσματα..

Μικροί ηνίοχοι στα ντουγιένια,
πάνω απ’τα θερισμένα στάχυα του σταριού,
του κριθαριού και της βρώμης
κι’ο λιχνιστής να περιμένει τ’αεράκι
πριν τινάξει στον άνεμο ψηλά
τα συντριμμένα στάχυα,
προσφορά μετεωρισμένη,
για νά’ναι η μοιρασιά δίκαιη.

Τότε…
απτόητος απ’τις ριπές των πολυβόλων
και τις οιμωγές των ζωντανών,
ήρθε ο Ιούλης και με πήρε,
κολυμβητή της Δήλου μιάς Ελένης
που με κλάμμα γοερό μόλις είχα αποχαιρετίσει
όταν στης νηνεμίας της την δακρύγευστη θάλασσα
συντρίφτη των εννηά εποχών η σχεδία,
σαν σήμαινε το πρωινό τέταρτο της
εικοστής ενάτης του ώρας,
με σφόγγιξε στοργικά απ’τα αίματα,
σκούπισε απ’τα μάτια τα δάκρυά μου,
κι’ύστερα φύσηξε την ανάσα του,
μια στο μέτωπο, μια στα πόδια,
μια σε κάθε πλευρό,
του σταυρού το πανάρχαιο κάνοντας σημείο,
για νά’ναι τα όνειρά μου του Λεβάντε
και του Πουνέντε,
να’ναι Τραμουντάνα ο θυμός μου
κι’η αγάπη μου Όστρια.

Σέλωσε ύστερα το άτι του καιρού,
με στέρηωσε στην σέλλα και το βίτσιξε,
-μόλις που να πιαστώ απ’την χαίτη πρόλαβα-
και μ’έναν καλπασμό ξεκίνησα,
για τους λειμώνες της αστεροθάλασσας,
την χρυσή τους γύρη και τα νεκρά φύλλα,
«παις επί κέλητος ίππου».

 

**

Ζησάκη Κατερίνα

 

 κάνω μια λίστα με τ' άγρια ζώα 

της περιοχής μου
φοβάμαι πώς να πάω ως την κουζίνα
κατασπαράσσουν

μην κλαις
θα πεθάνουμε

είναι συνήθεια που αποκτά κανείς παιδί
δεν θέλω να 'σαι δυνατός μα να φοβάσαι
να πάω εγώ για να σου φέρω το νερό
να πρέπει να διασχίσω το διάδρομο
να σώσω κάποιον

**

Στου φεγγαριού το φωτεινό στεφάνι/ Ηλιάδη Μαίρη

 

Στου φεγγαριού το φωτεινό στεφάνι μπλέκω όνειρα κι έρχεται η νύχτα και τα σκιάζει...

Βροχή βοριάς χαλάζι...

Σκοτεινό πλεούμενο ριχτηκε στην παγωμένη θάλασσα...

Ο χαμένος χρόνος στην ραγισμένη κλεψύδρα...

Η άμμος που πέτρωσε

και ανεπαίσθητα βράχους έχτισε

να μην περάσει το φως...

να γίνει ένα με την καταγάλανη θάλασσα...

Όλα θα τ' άλλαζα αν...

ένας κόκκος άμμου χάιδευε το κύμα...

Ένα σήμα έστελνε το καράβι φάντασμα...

Μα δεν υπάρχει η γη ...

Μα δεν υπάρχει η άμμος..

Δεν υπάρχει το νερό...

Αποκύημα μιας στείρας φαντασίας...

Αλίμονο εκούσια γελαστήκαμε...

ξεχαστήκαμε χαμένοι...σε νησί αποκλεισμένο...

ο χάρτης της ψυχής κομμάτια έγινε...

Και που να βρω τα ίχνη που να δω τα σημάδια

σε πιο σκήνωμα να βρω ψυχή...που όλα πια ίδια μοιάζουν...

 

**

''στέφος άφθαρτον'' / Θεοδοσιάδη Σοφία

 

Κατακτητής της εσωτερικής ελευθερίας σου

στις ανελεύθερες πατρίδες να πλανιέσαι

να καταλύεις τα κάστρα πολεμοχαρών

περίλυπος ..μα εύχαρις συνάμα

καθώς το ''στέφος το άφθαρτον''

ειρήνης το διάδημα ακριβόν

θα κουβαλείς στην κεφαλή σου..

τι κι αν στου χρόνου τις μυλόπετρες

συνθλίβεται το όραμα αθώων παιδιών..

λεηλάτησε τη μάσκα τους

στήσε τις πολεμίστρες σου ..

μα μην στοχεύσεις τις πλεξούδες της μικρής

στον κήπο της που παίζει φυσαλίδες

κι άμποτες Θε μου σαν σκια μην τριγυρνά

αναμεσίς στης αθωότης της η δύστυχη ειρήνη...

 

**

Ιωάννου Νιόβη

 

όταν το σκοτάδι αλλάζει θέσεις
φυτρώνουν γύρω σου μαύρα παιδιά
ασυνόδευτα
δειλά αναζητάνε την παλάμη σου
κι εσύ γονατίζεις
στα πεθαμένα τους ρούχα
ψάχνοντας κάτι αληθινό για να πεις
κάτι από δίχτυ
κάτι από μαύρο πυρετό
ίσως τους πεις για τους πάγους που λιώνουν
άλλωστε οι σκηνές είναι κατοικίες προσωρινές
ούτε ριζώνουν
ούτε πεθαίνουν
τριγύρω το νερό
ο ρόγχος
το άδειασμα
η οσμή της κραυγής στους κροτάφους
μαύρα παιδιά ασυνόδευτα
πού τα πηγαίνουν

 

 

 

**

 

Κυριακή Κατσάμπα

 

Έζησα πάντα τη ζωή μου

με ένα απαλό άρωμα

ματαιότητας στον αέρα.

Λες και

στο πίσω μέρος του μυαλού μου

υπήρχε ένα μικρό παράθυρο

που έβλεπε σε κάποιο κοιμητήρι....

 

**

 

«Κρινόφυλλο» / Λάμαρη Ελένη

 

Κ’ ενώ μονάχη συντροφιά του μένει μαύρη θλίψη
Του νεκρού κρίνου η μυρωδιά σα να ’ναι προσευχή
Πηγαίνει αργά στα ύψη μιας κόρης τη ψυχή.

 

 

**

Τρανές Αλήθειες / Αλεξάνδρα Μπακονίκα

 

Σκλαβώθηκα από την άφθαρτη ανάμνησή σου.

Μοιάζεις με ακατανίκητη θρησκεία

που ριζώνει και βαθαίνει,

με αρχέγονο μύθο που φωτίζει τρανές αλήθειες.

Είμαι υπόδουλη στην άφθαρτη ανάμνησή σου-

σε ό,τι συναποτελεί τον μύθο σου,

στην παραδεισένια φαντασμαγορία

που έφερες στη ζωή μου.

 

 

**

 

Οι μικρόψυχοι άνθρωποι / -Μαρία Νάντη-

 

 

επιβεβαιώνουν

την μικρότητα τους

με πολύ μεγάλα

και ακριβά λόγια

και πολύ μικρές

και φτηνές πράξεις ...

 

**

 

 

ΛΑΜΑΡΙΝΕΣ / Ξύδη Χαριτίνη



Οι δρόμοι
που συγκρούστηκαν
εντός μου οριστικά
η Πατησίων η Δαιδάλου
η Πατησίων
η Πατησίων
η ζωή μου
τροχαία στιχάκια
θρυμματισμένες λαμαρίνες
στο αρραγές της ασφάλτου.
Το αντίτιμο
για το αιώνιο
που χρεώθηκα·
ποτέ να μη μάθω
από πού ξημερώνει.

 

**

 

Οικονόμου Λ. Γιώργος

 

Το ξέρω

Θα ρθεί η ώρα της εκταφής

Μα άδειο θα βρεθεί το μνήμα

Κανείς δε θα σκεφτεί

να ψάξει

στο φεγγάρι.

 

**

 

ΤΟ ΜΥΑΛΟΝ / Πηλαβάκη Δέσπω

 

Τούτον το θκιάνεμαν του νου

γυρόν γυρόν του κόσμου

εξίκκιν να μεν μου γενεί

ούλλα θωρώ τα ομπρός μου

 

Τόπους που εν είδα ποττέ

μόνον μες τα βιβλία

ίντα καλά που τους θωρώ

με λλίην φαντασία

 

Ότι εν μου χαρίστηκεν

τζιαι είχα το μαράζι

μες το μυαλόν το σιαίρουμαι

τζι αληθινόν μου μοιάζει

 

Εφκαριστώ σε Πλάστη μου

που τον ντουνιάν ορίζεις

το μόνον που παρακαλώ

μυαλόν να μου χαρίζεις

 

*

Ρεΐζης Περικλής

 

Σεπτέμβρης μπήκε

σκόνη καλοκαιρινή

πάνω στους χάρτες..,

Κρύψαν το καλοκαίρι

μες τα σχολειά τρυπώνει.

 

 

 

 

**

 

ΘΗΡΕΣΙΑ/ Σιαφάκα Ιφιγένεια

 

Η πόλη τον ήχο του νερού αγνοεί στις παρειές του μπετόν, από ωραίων παθών παφλασμούς βιασμένη –

Στην κοιλιά τ’ ουρανού χοχλάζουν βροντές και στo στέρνο του ανοίγουν ουλές αστραπών, σεντόνια ασημίζοντας με λέπια ψαριών και φωνές από άμμο

Αστραπές εδραιώνουν στους δρόμους φαντάσματα σκύλων, όπως γαβγίζουν νεογνά-αστερίες που βυζαίνουν αστραφτερές κελεμπίες θεών στο σκοτάδι

Αναιδής η βροχή γυροφέρνει στις γούρνες τα οστά της ημέρας, να ξεπλύνει των ανθρώπων το ίζημα και μια γόβα, με φούξια στρας, της μικρής Θηρεσίας

Μπορεί και μακάβριο μειδίαμα να ’ναι η οιμωγή του νερού, αφού το σιδερένιο φουρό του ανοίγει με τούλια από λάσπη ν’ αγκαλιάσει τον ρόγχο που λιώνουν οι τοίχοι

Περιπαίζει σαν πόρνη ορυμαγδούς και πλημμύρες, κ’ οι πομπές τους τρεκλίζουν απειλή σε δελφίνια, σανδάλια, σεζ-λονγκ, ηλιοτρόπια στο μπαλκόνι της ξανθιάς Αριάδνης

Η Αριάδνη τραβά τις κουρτίνες να μαλάξει με κεραυνούς τα μαλλιά της, ενώ ψαλμωδίες βατράχων προσγειώνονται με γόους στα κάγκελα

Φρενήρης υποψία την καλλονή ταλαντεύει πως δεν υπάρχουν θάλασσες πλέον να λικνίσουν έστω κι έναν Θησέα λειψό σε βαρκούλα

Την πήραν ω! την Ξανθούλα, γρατζουνάει μια μπαλάντα ξινή στα μικρά της δοντάκια, και δαγκώνει κεράσια

Κάποιος με μαύρο αδιάβροχο, βαλίτσα, ημίψηλο, στον φανοστάτη κουρδίζει την κούκλα Θηρεσία, πιστεύει στο θαύμα

Το ρεύμα γλιστρά τη γυαλάδα του μαύρου στα δοντάκια της νέας, που μ’ ένα στιλέτο ορμάει στο πάπλωμα

Πούπουλα, κερασάκια στα λιγωμένα μου χειλάκια, τραγουδά η Θηρεσία, και το ημίψηλο όλο την κουρδίζει, την κουρδίζει με μανία…

Τόσος ρόχθος υδάτων κι ούτε μια χάρτινη βάρκα να βρει τον γκρεμό για τη θάλασσα!

 

 

**

 

ΔΕΚΑ ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΑ ΣΙΩΠΗΣ / Μαρία Τζανάκου

 

(απόσπασμα)

Τα βήματα ορίζουν τις στιγμές

Κι οι στιγμές οριοθετούν την παρουσία

Κανείς δεν κατάλαβε τα λόγια …

Και τα βήματα συνέχισαν

Τα χέρια βάσταγαν τους κόπους μας, κοφίνια και πανέρια

Κοφίνια

Γεμάτα καρπούς μοναχικών λιόδεντρων

Πανέρια

Γεμάτα ροδοπέταλα

Και

Και καθώς οι καρποί χοροπήδαγαν

Και καθώς τα ροδοπέταλα μαραίνονταν

Κάποιος φώναξε:

Ωρίμασαν!

Ωρίμασαν!

Έτσι γίνανε όλα.

Τόσο απλοϊκά, λιτά κι απρόσμενα…

 

 

**

ΠΕΡΙΛΥΠΟΣ ΕΣΤΙΝ Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ ΕΩΣ ΘΑΝΑΤΟΥ / Υφαντής Γιάννης

 

Γιατί σ’ αυτό το αρχαίο αγγείο αγαπιούνται τόσο όμορφα δυο σώματα

περίλυπος εστίιν η ψυχή μου έως θανάτου.

Γιατί σε τούτο το μοτέλ ένα ταξί δαγκώνει αυτό το φέρετρο σα νά ’ναι πούρο

περίλυπος εστίν η ψυχή μου έως θανάτου.

Γιατί τα σκαλοπάτια ετούτα κατεβαίνουν μέσα στον καθρέφτη φτάνοντας εκεί

που ’ναι θαμμένο το προφίλ του φεγγαριού

περίλυπος εστίν η ψυχή μου έως θανάτου.

Γιατί στον κόσμο τούτο όλοι έχουνε το σπίτι τους κι εγώ είμαι ο ξένος που ’χει χάσει τη φυλή του και το δρόμο του

περίλυπος εστίν η ψυχή μου έως θανάτου.

Γιατί περιπλανιέμαι έξω από τη μήτρα σου κι έξω απ’ τον τάφο μου

περίλυπος εστίν η ψυχή μου έως θανάτου.

Περίλυπος εστίν η ψυχή μου έως θανάτου.

 

**

(Νοσταλγία) / Φάλκος (Αρβανιτάκης) Τάσος

 

«Κι άλλο δεν κάνω απ’ το ν 'απορροφώ το φώς
προετοιμάζοντας την τελική πυράκτωσή μου».

Το φως φέρνει στην επιφάνεια πολλά σκοτεινά, υπόγεια και ακατονόμαστα και ιδιαίτερα το φως το ελληνικό, όταν πέφτει
σε σπασμένα μάρμαρα
αποκαλύπτοντας μια ομορφιά αβάστακτη…
Τότε δυο-τρεις αισθάνονται
το δάγκωμα της ενοχής.
Τότε όλοι μας έρχεται η στιγμή ν’ αναρωτηθούμε
ποιοι λερώνουν το φώς…

 

 

**

''Έγινε η ζωή μου μια σταγόνα'' / Χρυσανθάκης Κωνσταντίνος

 

Ήρθες με την πρώτη τη βροχή

Φθινόπωρο και γκρίζο μεσημέρι

Σκούριαζε μακριά το καλοκαίρι

Κι έσταζε η φωνή σου στην ψυχή

.

Κι η ξεθωριασμένη σου εικόνα

Νύχτωνε κι ακόμα μου μιλούσε

Όπως απ’ το τζάμι μου κυλούσε

Κι έγινε η ζωή μου μια σταγόνα

.

Και στης συννεφιάς μου το πιο λίγο

Μήπως και τα χείλη μου τα βρέξει

Μες στην απουσία σου μια λέξη

Όλα τα παράθυρα ανοίγω

 

 

 

**

τ αμπέλια του φθινόπωρου / Ψαράκης Κώστας

 

 

τρυγημένα από το καλοκαίρι ,

( ότι ήταν να δώσουν τόδωσαν)

τα φύλλα έτοιμα να πέσουν

κι όμως βρίσκεις σταφυλάκια ξεχασμένα

έρημα κι ολόγλυκα

όπως στους έρωτες

των γυναικών που ωρίμασαν

και στα χόρτα κρυμμένη ,

σεμνή μια θλίψη

να την σκεπάζουν σιγά σιγά τα φύλλα που πέφτουν

 

**

Ωραία Ελένη / Κώστας Καλδάρας(στιχουργός)

 

 

Η ωραία Ελένη μέσα μου ξαγρυπνά

με γεμίζει με πέπλα και με φορτηγά

να χα τώρα δυο άντρες να τους βάζω φωτιά

 να γυρίζουν τα βράδια με καμένη καρδιά

 

Η ωραία Ελένη στα στενά της Ερμού

 Μηχανές καβαλάει πάει του σκοτωμού

Να ναι τάχα σημάδι μιας φυγής που θα γίνει

να ναι τάχα η αλήθεια που ένας μύθος τη σβήνει

 

Και πάλι απέναντι στο φως θα σε κοιτάζω

Μέλι και όπιο μες στο μυαλό μου στάζω

 

Η ωραία Ελένη στον καθρέφτη μπροστά

με κοιτάζει στα μάτια και το σκάει κρυφά

Κι εγώ μπήγω τα νύχια στο γυμνό της το βλέμμα

αχ, να σ είχα αγάπη να ζηλεύω εσένα


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Σκοπός μας είναι η δημιουργία μιας Ανθολογίας Ποιημάτων από το σύνολο των Ελλήνων Ποιητών- Ποιητριών αλλά και ορισμένων ξένων, καθώς επίσης και κειμένων που έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον μας. Πιθανόν ορισμένοι ποιητές και ποιήτριες να μην έχουν συμπεριληφθεί. Αυτό δεν αποτελεί εσκεμμένη ενέργεια του διαχειριστή του Ιστολογίου αλλά είναι τυχαίο γεγονός. Όσοι δημιουργοί επιθυμούν, μπορούν να αποστέλλουν τα ποιήματά τους

στο e-mail : dimitriosgogas2991964@yahoo.com προκειμένου να αναρτηθούν στο Ιστολόγιο.

Θα θέλαμε να τονίσουμε ότι σεβόμαστε πλήρως τα πνευματικά δικαιώματα του κάθε δημιουργού, ποιητή και ποιήτριας και επισημαίνουμε πως όποιος δεν επιθυμεί την ανάρτηση των ποιημάτων του ή κειμένων στο παρόν Ιστολόγιο, μπορεί να μας αποστείλει σχετικό μήνυμα και τα γραπτά θα διαγραφούν.

Τέλος υπογράφουμε ρητά ότι το παρόν Ιστολόγιο δεν είναι κερδοσκοπικό και πως δεν η ανάρτηση οποιουδήποτε κειμένου, ποιήματος κτλ γίνεται με μοναδικό στόχο την προβολή της ποίησης και την γνωριμία όλων όσων ασχολούνται με αυτή, με το ευρύτερο κοινό του διαδικτύου.